Την αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου άσκησης της Ομοιοπαθητικής εξετάζει η Αριστοτέλους, στη βάση σχετικής γνωμοδότησης του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕΣΥ), από την οποία προκύπτει ότι δεν συνιστά θεραπευτική επιστημονική μεθοδολογία και πρακτική, μήτε ιατρική μήτε φαρμακευτικά.
Όπως εισηγείται, πιο συγκεκριμένα, με ομόφωνη απόφασή της η Επιτροπή Εκπαίδευσης-Μετεκπαίδευσης στην Εκτελεστική Επιτροπή του ΚΕΣΥ, η Ομοιοπαθητική μπορεί να έχει κρατική κατοχύρωση μόνο ως επαγγελματική πρακτική με άδεια άσκησης επαγγέλματος από το Υπουργείο Εμπορίου. Τονίζει, μάλιστα, ότι στον τίτλο αυτής δε θα πρέπει να αναφέρονται οι προσδιοριστικοί όροι «εναλλακτική ιατρική», «θεραπευτική», ιατρική πράξη/πρακτική» κι άλλοι παρόμοιοι όροι, ενώ αντίθετα θα πρέπει να αναγράφεται ότι αποτελεί πρακτική μη επιστημονικά αποδεδειγμένη και μη ισότιμη Ιατρικής.
Στη βάση αυτή, υποστηρίζει το ΚΕΣΥ, δεν δύνανται γιατροί και οδοντίατροι να ασκήσουν την Ομοιοπαθητική παράλληλα με την ειδικότητά τους ή σε συνδυασμό, αφού η πρακτική αυτή βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με τις επιστημονικά θεμελιωμένες σπουδές τους.
«Θα πρέπει να τους αναστέλλεται επίσημα η άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος για όσο διάστημα ασκούν την Ομοιοπαθητική. Η δε αναστολή της ειδικότητας θα πρέπει να αναγράφεται στην εκ του Υπουργείου Εμπορίου επίσης χορηγούμενη άδεια ασκήσεως επαγγέλματος Ομοιοπαθητικής και παράλληλα θα πρέπει να ενημερώνονται υποχρεωτικά και εντύπως οι ασθενείς πελάτες τους για αυτή την αναστολή» συνιστά στην ηγεσία του Υπουργείου Υγείας το γνωμοδοτικό όργανο.
ΙΣΑ: Ανοίγει ο δρόμος για την ανεξέλεγκτη άσκηση της ομοιοπαθητικής από μη ιατρούς
Παράλογη και αναχρονιστική χαρακτηρίζει την προαναφερόμενη εισήγηση ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών (ΙΣΑ), επισημαίνοντας πως εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία.
«Τα ομοιοπαθητικά σκευάσματα είναι νομοθετημένα ως φάρμακα από το 2013 και η συγκεκριμένη θεραπευτική πρακτική πρέπει να ασκείται αποκλειστικά από ιατρούς που λογοδοτούν στα αρμόδια όργανα των Ιατρικών Συλλόγων» επισημαίνει χαρακτηριστικά. Στηλιτεύει, μάλιστα, το γεγονός πως το ΚΕΣΥ παρά τους περιορισμούς που θέτει χαρακτηρίζει ως ασθενείς όσους απευθύνονται σε Ομοιοπαθητικούς.
Ισχυρίζεται δε πως η εν λόγω εισήγηση δεν έλαβε υπόψη τις θέσεις των Ιατρικών Συλλόγων, αλλά ούτε τις εκείνες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
«Η ομοιοπαθητική όπως και κάθε εναλλακτική θεραπεία πρέπει να διενεργείται μόνο από ιατρούς. Και τούτο γιατί κάθε πράξη για θεραπευτικούς, διαγνωστικούς και προληπτικούς σκοπούς εμπίπτει στην έννοια της θεραπευτικής πράξης σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν.3418/2005» υπογραμμίζει. «Όταν μη ιατρός εκτελεί τις θεραπευτικές αυτές πράξεις πρόκειται για παράνομη άσκηση της ιατρικής που εγκυμονεί κινδύνους για τι δημόσια υγεία» συμπληρώνει καταλήγοντας.
Διαπιστευμένη δημοσιογράφος στο Υπουργείο Υγείας. Διπλωματούχος Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών. Τακτικό μέλος της ΕΣΗΕΑ και του ΟΕΕ.
Εξαιρετικό άρθρο. το μόνο που λεει τα πράγματα οπως ειναι και όχι όπως θα ήθελαν κάποιοι να είναι
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ