Nέο οδικό χάρτη για τη χρήση εμβολίων έναντι της Covid-19 κατάρτησε η Στρατηγική Συμβουλευτική Ομάδα Εμπειρογνωμόνων για την Ανοσοποίηση (SAGE) του ΠΟΥ. Νεότερα δεδομένα, όπως είναι οι παρόντες επιδημιολογικοί παράγοντες λαμβάνονται υπόψη, ενώ για τον παιδικό εμβολιασμό τίθενται σε σύγκριση με τα οφέλη των παραδοσιακών εμβολίων.
Προσδοκία είναι η δημιουργία τείχους προστασίας από τον αντίκτυπο του στελέχους Omicron. Μεταξύ άλλων, η SAGE επικαιροποίησε και τις συστάσεις της σχετικά με τα δισθενή εμβόλια έναντι της Covid-19, ενθαρρύνοντας πλέον τις χώρες να εξετάσουν το ενδεχόμενο χρήσης του δισθενούς εμβολίου BA.5 mRNA για την πρωτογενή σειρά.
Με στόχο την θωράκιση των πληθυσμών που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου και σοβαρών ασθενειών από τη λοίμωξη SARS-CoV–2 καθώς και την διατήρηση ανθεκτικών συστημάτων υγείας, ο οδικός χάρτης εξετάζει εκ νέου τη σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας του εμβολιασμού έναντι της Covid-19 για τα άτομα που διατρέχουν χαμηλότερο κίνδυνο. Σε αυτές τις ομάδες περιλαμβάνονται υγιή παιδιά και έφηβοι. Ο εμβολιασμός ως μέτρο εξετάζεται σε σύγκριση με άλλες παρεμβάσεις στον τομέα της υγείας.
Ακόμη, στον χάρτη αναθεωρήθηκαν οι συστάσεις σχετικά με τις πρόσθετες αναμνηστικές δόσεις και την απόσταση μεταξύ των αναμνηστικών δόσεων. Επίσης, διερευνάται η μείωση των μετα-COVID-19 παθήσεων από τα τρέχοντα εμβόλια COVID-19, αλλά τα στοιχεία σχετικά με την έκταση των επιπτώσεών τους είναι αντιφατικά.
Συγκεκριμένα συνιστάται οι χώρες να λάβουν υπόψη τους το συγκεκριμένο πλαίσιο για να αποφασίσουν εάν θα συνεχίσουν να εμβολιάζουν ομάδες χαμηλού κινδύνου. Επιδίωξη είναι να μη θέσουν σε κίνδυνο τα εμβόλια ρουτίνας που είναι τόσο ζωτικής σημασίας για την υγεία και την ευημερία αυτής της ηλικιακής ομάδας.
Τρεις ομάδες προτεραιότητας
Ο πληθυσμός που λαμβάνει τον σχετικό εμβολιασμό διακρίνεται σε :υψηλού, μεσαίου και χαμηλού κινδύνου. Αυτές οι ομάδες προτεραιότητας βασίζονται κυρίως στον κίνδυνο σοβαρής νόσου και θανάτου. Επίσης, λαμβάνεται υπόψη η απόδοση του εμβολίου, η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας, οι προγραμματιστικοί παράγοντες και η αποδοχή της κοινότητας.
Η ομάδα υψηλής προτεραιότητας περιλαμβάνει:
Ειδικότερα, συνιστάται μια πρόσθετη αναμνηστική δόση είτε 6 είτε 12 μήνες μετά την τελευταία δόση, με το χρονικό πλαίσιο να εξαρτάται από παράγοντες όπως είναι η ηλικία και οι ανοσοκατασταλτικές καταστάσεις. Όλες οι συστάσεις για το εμβόλιο COVID-19 είναι χρονικά περιορισμένες και ισχύουν μόνο για το τρέχον επιδημιολογικό σενάριο. Οι συστάσεις για πρόσθετη αναμνηστική δόση δεν πρέπει να θεωρούνται ως συνεχείς ετήσιες αναμνηστικές δόσεις του εμβολίου COVID-19.
Η μεσοπρόθεσμη ομάδα προτεραιότητας περιλαμβάνει:
Αναλυτικά, συνιστάται η πρωτογενή σειρά και οι πρώτες αναμνηστικές δόσεις. Οι πρόσθετες ενισχυτικές δόσεις είναι ασφαλείς για την ομάδα αυτή, η SAGE δεν τις συνιστά συνήθως, δεδομένης της συγκριτικά χαμηλής απόδοσης για τη δημόσια υγεία.
Η ομάδα χαμηλής προτεραιότητας περιλαμβάνει:
Οι αρχικές και οι αναμνηστικές δόσεις είναι ασφαλείς και αποτελεσματικές σε παιδιά και εφήβους. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τη χαμηλή επιβάρυνση της νόσου, η SAGE προτρέπει τις χώρες που εξετάζουν το ενδεχόμενο εμβολιασμού αυτής της ηλικιακής ομάδας να βασίσουν τις αποφάσεις τους σε συγκυριακούς παράγοντες, όπως είναι η επιβάρυνση της νόσου, η αποτελεσματικότητα του κόστους και άλλες προτεραιότητες και κόστος ευκαιρίας στον τομέα της υγείας ή του προγράμματος.
Παιδικός εμβολιασμός
Σημειώνεται ότι έχει διαπιστωθεί πως ο αντίκτυπος του εμβολιασμού υγιών παιδιών και εφήβων στη δημόσια υγεία είναι συγκριτικά πολύ χαμηλότερος από τα διαπιστωμένα οφέλη των παραδοσιακών βασικών εμβολίων για τα παιδιά, όπως είναι τα εμβόλια κατά του ροταϊού, της ιλαράς και του πνευμονιοκοκκικού συζευγμένου εμβολίου. Τα παιδιά με ανοσοκατασταλτικές παθήσεις και συννοσηρότητες αντιμετωπίζουν όντως υψηλότερο κίνδυνο σοβαρής Covid-19, γι’ αυτό και περιλαμβάνονται στις ομάδες υψηλής και μέσης προτεραιότητας αντίστοιχα. Η σοβαρή νόσηση στα βρέφη κάτω των 6 μηνών εξακολουθεί να είναι υψηλότερη από ό,τι στα παιδιά ηλικίας 6 μηνών έως 5 ετών. Ο εμβολιασμός των εγκύων – μεταξύ άλλων με μια πρόσθετη δόση εάν έχουν περάσει περισσότεροι από 6 μήνες από την τελευταία δόση – προστατεύει τόσο τις ίδιες όσο και το έμβρυο, ενώ συμβάλλει στη μείωση της πιθανότητας νοσηλείας των βρεφών.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ