Απειλή αποτελεί για την χώρα το φαινόμενο της παχυσαρκίας καθώς είναι η πρώτη στην ΕΕ στην παιδική παχυσαρκία, ενώ στις πρώτες θέσεις βρίσκεται και στην παχυσαρκία των ενηλίκων. Το 63% των Ελλήνων ηλικίας άνω των 18 είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι.
Για λογαριασμό της διαΝΕΟσις, ερευνητική ομάδα υπό τον καθηγητή Γιάννη Μανιό από το Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο πραγματοποίησε μελέτη για τις πραγματικές του διαστάσεις. Η μελέτη καταλήγει στη σύσταση μια σειρά από δράσεων σε σχολεία και στις δομές πρωτοβάθμιας υγείας για την αντιμετώπισή του.
Σύμφωνα με δεδομένα του ΠΟΥ από το 2019, το 37,9% των Ελλήνων ενηλίκων είναι υπέρβαροι και το 24,9% είναι παχύσαρκοι. Το 44% των Ελλήνων και το 30,8% των Ελληνίδων είναι υπέρβαροι/ες, ενώ τα δύο φύλα εμφανίζουν τα ίδια ποσοστά παχυσαρκίας: ένας στους τέσσερις Έλληνες και μία στις τέσσερις Ελληνίδες ανήκουν σε αυτή την κατηγορία.
Η παχυσαρκία συνδέεται με μια σειρά από καρδιακές και μεταβολικές διαταραχές, οι οποίες μπορεί να εξελιχθούν σε χρόνια νοσήματα, όπως είναι:
Ενδεικτικό είναι πως για κάθε αύξηση του BMI κατά 5 μονάδες αυξάνεται ο κίνδυνος εμφάνισης στεφανιαίας νόσου κατά 27% και ο κίνδυνος εμφάνισης εγκεφαλικού επεισοδίου κατά 18%. Τα υπέρβαρα άτομα έχουν 52% μεγαλύτερο κίνδυνο σε σύγκριση με τα άτομα φυσιολογικού βάρους, να εμφανίσουν υπέρταση και τα παχύσαρκα άτομα έχουν σχεδόν 100% μεγαλύτερο κίνδυνο.
Επιπρόσθετα, επιπτώσεις καταγράφονται στην ψυχική υγεία, κοινωνικό αντίκτυπο αλλά και οικονομικό κόστος (ιδιαίτερα στο σύστημα υγείας). Οι προκαταλήψεις στις κοινωνίες συχνά οδηγούν σε κοινωνικό στιγματισμό και διακρίσεις κατά των παχύσαρκων ατόμων που, όπως έχει φανεί σε μελέτες, συμβάλουν στην εμφάνιση άγχους και κατάθλιψης. Από τα στοιχεία του ΟΟΣΑ από το 2019, προκύπτει ότι στην παχυσαρκία οφείλεται το 9% των ετήσιων δαπανών υγείας στην Ελλάδα. Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, το ετήσιο ΑΕΠ στην Ελλάδα κατά την περίοδο 2020-2050 θα είναι 3% μικρότερο από ό,τι θα ήταν αν δεν υπήρχαν οι οικονομικές συνέπειες της παχυσαρκίας.
Το ποσοστό των παιδιών ηλικίας 4-6 ετών που είναι παχύσαρκα ή υπέρβαρα είναι 20,6%. Στα παιδιά ηλικίας 6-10 ανεβαίνει στο 38,5% και στα παιδιά ηλικίας 10-12 ετών φτάνει το 41,2%.
Μεγαλύτερα ποσοστά καταγράφονται σε επαρχιακές και αγροτικές περιοχές από ό,τι στις πόλεις, ενώ και εντός των πόλεων εμφανίζονται ανισότητες.
Στo 75% των ελληνικών οικογενειών τουλάχιστον ένας από τους δύο γονείς είναι υπέρβαρος ή παχύσαρκος. Σε μία στις τέσσερις, και οι δύο γονείς είναι. Ένα παιδί είναι 2,6 φορές πιθανότερο να γίνει παχύσαρκο όταν η μητέρα του είναι παχύσαρκη πριν από την εγκυμοσύνη. Το 35% των Ελληνίδων μητέρων αυξάνουν το βάρος τους υπέρμετρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης -τα παιδιά τους έχουν διπλάσια πιθανότητα να εμφανίσουν παχυσαρκία από τα υπόλοιπα.
Η παχυσαρκία στα παιδιά σχετίζεται με τη σιδηροπενία και την υποβιταμίνωση D, οι οποίες μπορεί να επηρεάζουν αρνητικά τη γνωσιακή, μυοσκελετική και σωματική τους ανάπτυξη. Και, βεβαίως. Η επίδραση στην υγεία τους πριν από την ενηλικίωση μπορεί να έχει ένα εύρος εκφάσεων από αυξημένες πιθανότητες αναπνευστικών ή ορθοπεδικών προβλημάτων, μέχρι διαταραχές στην έμμηνο ρύση. Επίσης ενέχεται ο κίνδυνος να εμφανίσουν από την παιδική ή την εφηβική ηλικία παθολογικές καταστάσεις που κατά κανόνα εμφανίζονται στην ενήλικη ζωή σακχαρώδη διαβήτη, υπέρταση -περίπου τα μισά παιδιά σχολικής ηλικίας με παχυσαρκία εμφανίζουν ιδιαίτερα αυξημένα επίπεδα αρτηριακής πίεσης. Άλλες συνέπειες μπορεί να είναι οι χαμηλότερες επιδόσεις στο σχολείο και απουσιάζουν συχνότερα και για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα από τα μαθήματα. Και, βεβαίως, το 70-80% των παχύσαρκων εφήβων παραμένουν παχύσαρκοι και ως ενήλικες.
Το πρόβλημα της παχυσαρκίας είναι πολυπαραγοντικό και σχετίζεται με τον τρόπο ζωής και τις προσωπικές επιλογές οικογενειών. Γι αυτό το προτεινόμενο σχέδιο δράσης έχει δύο άξονες: αφενός τον σχεδιασμό και την εφαρμογή προγραμμάτων παρέμβασης σε σχολεία καθώς τον σχεδιασμό και την υλοποίηση μιας διαδικασίας εύκολου και έγκαιρου εντοπισμού των οικογενειών υψηλού κινδύνου για την παχυσαρκία και τα συνοδά της νοσήματα, με κέντρο της παρέμβασης τις δομές της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας ανά την Ελλάδα. Το προτεινόμενο σχέδιο δράσης συνίσταται στην καταγραφή των δεικτών ανάπτυξης και υγείας των παιδιών, των εφήβων αλλά και των γονέων τους μέσω της ήδη θεσμοθετημένης ιατρικής εξέτασης των παιδιών για τη συμπλήρωση του Ατομικού Δελτίου Υγείας Μαθητή (ΑΔΥΜ). Οι οικογένειες αυτές θα παραπέμπονται στις δομές Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΤΟΜΥ, Δημοτικά Ιατρεία, Κέντρα Υγείας) για ιατρικό έλεγχο και πρόσβαση σε συμβουλευτικές υπηρεσίες από ειδικούς, παρεμβάσεις, προγράμματα, και εργαλεία ενημέρωσης.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ