Τέσσερα περιστατικά σπάνιας βλάβης στον πλακούντα που μπορεί να προκάλεσε ο SARS-CoV-2 διερευνώνται από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Τέτοια περιστατικά συσχετίσθηκαν πρόσφατα με περιστατικά ενδομήτριου εμβρυϊκού θανάτου στην Ιρλανδία. Η Καθηγήτρια και Υπεύθυνη της Μονάδας Περιγεννητικής Παθολογικής Ανατομικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αναστασία Κωνσταντινίδου συνοψίζει σχετικά δεδομένα.
Πρόκειται για σπάνια και σοβαρή βλάβη του πλακούντα που εντοπίστηκε από την κ. Κωνσταντινίδου σε τρεις περιπτώσεις εγκυμοσύνης, στις οποίες το έμβρυο διαγνώσθηκε νεκρό μέσα στη μήτρα, 1 έως 2 εβδομάδες μετά τη διαπίστωση λοίμωξης της εγκύου με COVID-19. Τα τρία αυτά περιστατικά ενδομήτριου εμβρυϊκού θανάτου παρουσιάστηκαν μέσα στους τελευταίους 3 μήνες. Παρόμοια περίπτωση εμβρυϊκού θανάτου με αντίστοιχη βλάβη του πλακούντα είχε καταγραφεί τον Δεκέμβριο 2020 στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης από την Παθολογοανατόμο Διευθύντρια ΕΣΥ κ. Σταματία Αγγελίδου.
Στις δυο προαναφερόμενε Μονάδες έχουν εξετασθεί τον τελευταίο χρόνο 150 πλακούντες από κυήσεις με COVID-19 λοίμωξη της μητέρας, αλλά μόνο σε τέσσερις από αυτές τις κυήσεις παρατηρήθηκε ενδομήτριος θάνατος του εμβρύου, σε συνδυασμό με τη σοβαρή «πλακουντίτιδα COVID-19» που συσχετίζεται αιτιολογικά μόνο με τον κορωνοϊό.
Συγκριμένα, βρέθηκε ο SARS-COV-2 μέσα στους πλακούντες που είχαν επιπλακεί με ενδομήτριο θάνατο του εμβρύου με μοριακό τεστ PCR από το Εργαστήριο Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, με την επιμέλεια του Καθηγητή Αθανάσιου Τσακρή. Επισημαίνεται ότι σε μοριακό έλεγχο δεν βρέθηκαν άλλοι ιοί που δυνητικά προσβάλλουν τον πλακούντα και το έμβρυο.
Άξιο αναφοράς είναι ότι σε αναλυτικό έλεγχο PCR στα όργανα των νεκρών εμβρύων, πνεύμονες, ήπαρ και σπλήνα, δεν βρέθηκε γονιδιώμα SARS-COV-2. Η παρουσία του ιού μέσα στον πλακούντα επιβεβαιώθηκε και με έλεγχο στο ηλεκτρονικό μικροσκόπιο, που πραγματοποιήθηκε από την Επίκουρη Καθηγήτρια, Σοφία Χαβάκη στο Εργαστήριο Ιστολογίας και Εμβρυολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Μετά από λοίμωξη COVID-19
Ειδικότερα, καταγράφεται στις περισσότερες περιπτώσεις λοίμωξης COVID-19, κατά το τρίτο τρίμηνο της κύησης, σε εξέταση με μικροσκόπιο δείχνει ήπιου ή μέτριου βαθμού ιστολογικές αλλοιώσεις του πλακούντα, που αφορούν περισσότερο τη μητρική αγγειακή κυκλοφορία του πλακούντα. Οι ερευνητές σημειώνουν ότι εμφανίζεται σαν ήπια ή μέτρια διαταραχή της μητρικής αιμάτωσης, τάση για θρόμβωση στους χώρους του πλακούντα όπου κυκλοφορεί το μητρικό αίμα, και αλλοιώσεις στο τοίχωμα των μητρικών αγγείων, παρόμοιες με αυτές που παρατηρούνται στην προεκλαμψία και στην κεντρική αποκόλληση του πλακούντα.
Πλακουντίτιδα COVID-19
Υπό κανονικές συνθήκες στον πλακούντα επιτρέπεται η ανταλλαγή οξυγόνου και ουσιών ανάμεσα στο μητρικό και το εμβρυϊκό αίμα, μέσω της αγγειακής κυκλοφορίας του πλακούντα. Στην «πλακουντίτιδα COVID-19» αποφράσσεται από τη μαζική εναπόθεση ινιδοειδούς υλικού.
Παρά το γεγονός ότι είναι πιθανή, είναι ασυνήθης, περίπου 2% σύμφωνα με μετα-αναλύσεις, χωρίς να γνωρίζουμε την πραγματική συχνότητα του φαινομένου.Άξιο αναφοράς είναι ότι δεν έχει αναφερθεί αυξημένος κίνδυνος συγγενών ανωμαλιών του εμβρύου στην περίοδο της πανδημίας COVID-19.
Σε νεκροτομή σε δυο από τα τέσσερα έμβρυα καταδείχθηκε ότι τα έμβρυα δεν είχαν συγγενείς ανωμαλίες, ούτε στοιχεία λοίμωξης, μόνο ενδείξεις ασφυξίας. Οι επιστήμονες καταλήγουν ότι «ο κορωνοϊός πέρασε από το αίμα της μητέρας στον πλακούντα αλλά δεν κατόρθωσε να περάσει τον πλακουντιακό φραγμό και να μεταδοθεί στο έμβρυο. Δυστυχώς όμως η ζημιά έγινε μέσα στον πλακούντα, και ο εμβρυϊκός θάνατος επήλθε με ασφυκτικό μηχανισμό λόγω της σοβαρής «πλακουντίτιδας COVID-19».
Από τις τέσσερις περιπτώσεις που μελετήθηκαν: Η ηλικία της κύησης κατά τον τοκετό ήταν 27, 35, 37 και 39,5 εβδομάδες αντίστοιχα, δηλαδή πρώιμο και όψιμο τρίτο τρίμηνο. Οι δυο μητέρες είχαν συμπτωματική λοίμωξη με πυρετική κίνηση και μυαλγίες, ενώ οι άλλες δυο ήταν ασυμπτωματικές.
Το διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στη διαπίστωση της λοίμωξης της μητέρας και τη διαπίστωση του εμβρυϊκού θανάτου ήταν από 7 έως 15 ημέρες.
Οι δυο μητέρες με κύηση 35 και 37 εβδομάδων είχαν υποκείμενο νόσημα, αυτοάνοσο και διαβήτη, ενώ οι άλλες δύο, 27 και 39,5 εβδομάδων, δεν αναφέρουν γνωστό νόσημα και βρίσκονται υπό διερεύνηση.
Από τα στοιχεία αυτά δεν φαίνεται να υπάρχει προφανής σχέση του κινδύνου της σοβαρής αυτής επιπλοκής με τη βαρύτητα νόσησης της εγκύου. Αντίθετα, είναι πιθανόν να υπεισέρχονται παράγοντες συν-νοσηρότητας, δηλαδή υποκείμενα νοσήματα της εγκύου που να αυξάνουν τον κίνδυνο για την εμφάνιση της σπάνιας σοβαρής «πλακουντίτιδας COVID-19» και τον κίνδυνο εμβρυϊκού θανάτου.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ