Περισσότεροι από δύο στους πέντε εφήβους δηλώνουν ότι δεν είναι ικανοποιημένοι από τη ζωή τους, ιδιαίτερα τα κορίτσια σύμφωνα με έρευνες του ΕΠΙΨΥ. Τα στοιχεία που προέκυψαν από τις πανελλήνιες επιδημιολογικές έρευνες στο μαθητικό πληθυσμό, δίνονται στην δημοσιότητα με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ψυχικής Υγείας.
Οι έρευνες με ερωτηματολόγιο πραγματοποιούνται ανά τακτά διαστήματα τεσσάτων ετών. Επί της ευκαιρίας, συνιστάται στους γονείς ειδική μέριμνα για την συγκεκριμένη περίοδο της ζωής των παιδιών, επισημαίνοντας ότι η ψυχοκοινωνική υγεία σχετίζεται και με την ψυχική ευεξία.
Η χαμηλή ικανοποίηση διογκώνεται στη διάρκεια της εφηβείας από 23,6% στην ηλικία των 11 ετών, σε 49,9% στην ηλικία των 13 και 55,0% στην ηλικία των 15 ετών. Συγκρίνοντας με τα αντίστοιχα ευρήματα προηγούμενων ερευνών διαπιστώνεται αύξηση του ποσοστού χαμηλής ικανοποίησης από τη ζωή από το 2002 στο 2018 (από 30,3% σε 43,2%).
Ένας στους 12 εφήβους (8,1%) αξιολογεί την υγεία του ως «μέτρια» ή «κακή», με τα κορίτσια και πάλι να είναι σε δυσμενέστερη θέση (9,5% έναντι 6,7% των αγοριών). Όπως και για την ικανοποίηση από τη ζωή έτσι και για την αξιολόγηση της υγείας, καταγράφεται αύξηση της χαμηλής ικανοποίησης από τα 11 (5,1%) και 13 (7,5%) στα 15 έτη (11,5%).
Η ικανοποίηση από τη ζωή και την υγεία φέρεται να συναρτάται από την οικονομική κατάσταση της οικογένειας των εφήβων. Έτσι, περισσότεροι από τους μισούς εφήβους (51,7%) των οποίων η οικογένειά ανήκει στο κατώτερο οικονομικό στρώμα αναφέρουν χαμηλή ικανοποίηση από τη ζωή, έναντι των δύο στους 5 (43,3%) των οποίων η οικογένεια ανήκει στο μεσαίο οικονομικό στρώμα και ενός στους 3 (37,5%) των οποίων η οικογένεια ανήκει στο ανώτερο.
Αντίστοιχα, το 10,6% των εφήβων, των οποίων η οικογένειά ανήκει στο κατώτερο οικονομικό στρώμα αξιολογεί την υγεία του ως «κακή» ή «μέτρια», έναντι του 7,9% όσων η οικογένειά ανήκει στο μεσαίο οικονομικό στρώμα και του 6,8% των οποίων η οικογένεια ανήκει στο ανώτερο στρώμα.
Η παρουσία συμπτωμάτων στην εφηβεία αποτελεί δείκτη κακής υγείας και ύπαρξης ψυχολογικών συγκρούσεων και στρεσογόνων καταστάσεων. Το φαινόμενο φαίνεται να συνδέεται με το χαμηλό επίπεδο ικανοποίησης από το σχολείο και τις σχέσεις με φίλους καθώς και γονείς, ιδιαίτερα στα κορίτσια, με την αρνητική εικόνα για την εξωτερική εμφάνιση.
Μεγαλύτερο ποσοστό από το 44% των ερωτηθέντων εφήβων αναφέρουν παρουσία τουλάχιστον δυο συμπτωμάτων, τουλάχιστον δυο φορές την εβδομάδα. Η νευρικότητα (36,6%), η δυσθυμία (36,5%) και η ακεφιά (22,8%) αναφέρονται συχνότερα. Οι αναφορές σε πρόσφατα συμπτώματα αυξάνονται από την ηλικία των 11 (33,0%), σε αυτήν των 13 (47,6%) και 15 ετών (50,6%). Τα κορίτσια αναφέρουν παρουσία συμπτωμάτων σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό (52,5%) συγκριτικά με τα αγόρια (35,4%).
Το καταθλιπτικό συναίσθημα αποτελεί ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της εφηβείας, το οποίο αποχωρεί προοδευτικά με την έξοδο από αυτήν. Ωστόσο, τα καταθλιπτικά συμπτώματα σε αρκετές περιπτώσεις μπορεί να δηλώνουν την παρουσία κατάθλιψης η οποία χρήζει θεραπευτικής αντιμετώπισης. Η έγκαιρη αναγνώριση της κλινικής κατάθλιψης και της έγκαιρης αντιμετώπισής της είναι εξαιρετικά σημαντική.
Στην έρευνα, υπολογίστηκε με τη βοήθεια ειδικής κλίμακας το ποσοστό των εφήβων με καταθλιπτικό συναίσθημα που ενδέχεται να συνδέεται με κλινική κατάθλιψη. Διαπιστώθηκε πως το 28,2% των εφήβων 11-15 ετών εμφανίζουν καταθλιπτικό συναίσθημα το οποίο αυξάνεται από την ηλικία των 11 (15,0%), στην ηλικία των 13 (31,8%) και των 15 ετών (37,1%).
Σε ότι αφορά το χρόνιο άγχος υπολογίστηκε ότι η μέση τιμή άγχους στους εφήβους με τη χρήση ειδικής κλίμακας ανίχνευσης.Τα ευρήματα για το 2018 δείχνουν πως η μέση τιμή άγχους στην κλίμακα (εύρος τιμών κλίμακας: 0-16, υψηλότερη τιμή υποδεικνύει περισσότερο άγχος) αυξάνεται με την ηλικία – από 4,8 στην ηλικία των 11 ετών σε 6,1 και 6,3 αντίστοιχα στις ηλικίες των 13 και 15 ετών.
Υψηλότερες τιμές άγχους εμφανίζουν και πάλι τα κορίτσια σε σύγκριση με τα αγόρια (6,2 και 5,2 αντίστοιχα), καθώς και οι μαθητές από οικογένειες χαμηλού οικονομικού επιπέδου (6,1).
Το 2015, το 25,6% των 16χρονων δήλωνε ότι έστω και μια φορά στη ζωή του είχε σκεφτεί να βλάψει ηθελημένα τον εαυτό του, τα κορίτσια σε υπερδιπλάσιο ποσοστό από τα αγόρια (36,3% και 14,6%, αντίστοιχα). Χαμηλότερο αλλά άξιο προσοχής ποσοστό εφήβων (8,7%) απαντούν ότι έχουν σκεφτεί τουλάχιστον τρεις φορές στη ζωή τους να βλάψουν ηθελημένα τον εαυτό τους, τα κορίτσια σε υπερτριπλάσιο ποσοστό από τα αγόρια (13,1% και 4,2%, αντίστοιχα).
Ένας στους 11 εφήβους ηλικίας 16 ετών αναφέρει ότι έστω και μια φορά στη ζωή του έχει κάνει απόπειρα αυτοκτονίας, τα κορίτσια σε υπερδιπλάσιο ποσοστό από τα αγόρια (12,4% και 5,5%, αντίστοιχα).
Σύμφωνα με την Ομοτ. Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, και Επιστ. Υπεύθυνη του Τομέα Επιδημιολογικών και Ψυχοκοινωνικών Ερευνών του ΕΠΙΨΥ, Άννα Κοκκέβη επισημαίνει ότι πρόκειται για μία περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας οι έφηβοι εκτίθενται σε πολλαπλές εσωτερικές και εξωτερικές πιέσεις οι οποίες, μολονότι σπάνια παίρνουν τη μορφή κάποιας ψυχικής ασθένειας, εκδηλώνονται συχνά με ποικίλα συμπτώματα, ψυχολογικής ή σωματικής φύσεως, για αυτό η ψυχική υγεία των εφήβων θα πρέπει να αποτελεί σταθερά προτεραιότητα στην χάραξη πολιτικών δημόσιας υγείας και ιδιαίτερα στο σχεδιασμό έγκαιρων παρεμβάσεων πρόληψης και αντιμετώπισης συμπεριφορών κινδύνου».
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ