Της Ιωάννας Θεοδωρακοπούλου,
PsyD, MSc, Συμβουλευτική ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια
Το διαζύγιο έχει πολλές μορφές. Η κάθε του μορφή με τις δικές τις δυναμικές και τις δικές τις συνέπειες. Για παράδειγμα, ένα φιλικό και πολιτισμένο διαζύγιο δεν είναι το ίδιο με ένα συγκρουσιακό και γεμάτο πικρόχολα σχόλια.
Οι πρώην σύζυγοι, που έχουν τώρα πια δεσμευτεί σε μια καλή συνεργασία ως γονείς για το καλό των παιδιών τους, δεν έχουν καμία σχέση με τους πρώην συζύγους, που συνεχώς κρίνουν και κατακρίνουν ο ένας τον άλλον, απαξιώνοντας ο ένας τον άλλο γονέα παρουσία των παιδιών τους.
Για όλη την παραφιλολογία και τις εντυπώσεις που προκαλεί το συγκεκριμένο θέμα, θα εστιάσω στα πιο συνήθη ερωτήματα που μου έχουν τεθεί.
Οι στιγμές που διερευνούν την ιδέα της αγάπης και της δέσμευσης. Αν οι γονείς τους μπορεί να μην αγαπιούνται πια, τότε αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει παντοτινή αγάπη. Κι αυτό μπορεί να σημαίνει ότι εφόσον εκείνοι δεν αγαπιούνται πια, κι εφόσον δεν υπάρχει παντοτινή αγάπη, τότε μπορεί κάποια στιγμή να πάψουν να αγαπούν και τα παιδιά τους. Αν οι γονείς μπορεί να αθετήσουν την δέσμευση στην οικογένειά τους, τότε δεν είναι δυνατόν να αναπτυχθεί εμπιστοσύνη. Κι αν δεν μπορούν α εμπιστευθούν τους γονείς τους, για να προστατεύσουν τον εαυτό τους θα πρέπει να αποφύγουν να δεσμευτούν στα πλαίσια της αγάπης, όταν μεγαλώσουν.
Είναι απλά διαφορετικό. Το παιδί σε ηλικία που δημιουργεί δεσμό με τους γονείς, που αναπτύσσει μια σχέση εμπιστοσύνης και εξάρτησης, μπορεί να βιώσει φόβο εγκατάλειψης και απώλεια της αγάπης που θα τον κάνει να μείνει ζωντανός, μέσω του διαζυγίου των γονέων του. Όταν οι γονείς δεν είναι πια και οι δύο παρόντες για να ενώσουν την οικογένεια, το διαζύγιο μπορεί να αυξήσει την ανάγκη για εξάρτηση από οποιονδήποτε γονέα είναι κοντά του πρακτικά. Για τον έφηβο που είναι στην ηλικία ανεξαρτητοποίησης από τους γονείς του και αναζητά όλο και περισσότερη ελευθερία, το διαζύγιο μπορεί να οδηγήσει σε μια αίσθηση ότι είναι ακόμα πιο μόνος του. Όταν οι γονείς δεν είναι διαθέσιμοι για να βασιστούν σε εκείνους τα παιδιά, το διαζύγιο μπορεί να δημιουργήσει τρομακτική προσωπική ελευθερία και περισσότερη ενθάρρυνση να βασιστούν στους φίλους του. Άρα το διαζύγιο μπορεί να αυξήσει την ανάγκη για προσκόλληση στην παιδική ηλικία και την ώθηση για «αποκόλληση» στην εφηβεία.
Δεν θεωρώ ότι αυτό προσδιορίζεται ηλικιακά, παρόλο που έχω ακούσει πολλούς να λένε ότι όσο μεγαλύτερα είναι τα παιδιά τόσο καλύτερα. Με την λογική ότι όσο μεγαλύτερη ανεξαρτησία έχει από την οικογένεια και ελευθερία επιλογής, τόσο λιγότερο θα επηρεαστεί από το διαζύγιο. Κατά τη γνώμη μου, οποιαδήποτε κι αν είναι η ηλικία του παιδιού, η προσαρμογή είναι απαραίτητη. Το πώς να ζήσει με το στρες της «ανάρρωσης» των γονέων μετά το διαζύγιο, την απώλεια της οικογένειας στο σπιτικό, την προσαρμογή και την συνήθεια στη ζωή σε δύο σπίτια, και τη διαχείριση του μέλλοντος μιας χωρισμένης οικογένειας.
Απ την μία μπορούμε να πούμε ότι τα αδέρφια, ιδίως αν είναι κοντά ηλικιακά, μπορεί το ένα να παρέχει στο άλλο σταθερή συντροφιά και αμοιβαία υποστήριξη κατά τις επώδυνες στιγμές των αλλαγών στην οικογένειά τους. Απ την άλλη, ενώ οι ενήλικες έχουν να ασχοληθούν πολύ με τα δικά τους θέματα, τα αδέρφια μπορεί να ανταγωνίζονται για την προσοχή του γονέα, που πλέον η διαθεσιμότητά του είναι πολύ πιο περιορισμένη από παλιότερα.
Δεν είμαι σίγουρη ότι υπάρχει συγκεκριμένη διαφορά όμως λόγω του τρόπου με τον οποίο έχουν γαλουχηθεί στον ρόλο τους, μπορεί να επεξεργαστούν την επώδυνη εμπειρία σχετικά διαφορετικά. Τα κορίτσια μπορεί να έχουν μεγαλύτερη τάση να μιλάνε για τα δύσκολα συναισθήματά τους, ενώ τα αγόρια να πράττουν και να ξεσπούν με αφορμή αυτά τα συναισθήματά τους. Αυτό θα συμβεί στη βάση των στερεότυπων για τα δύο φύλα, δηλαδή το αρσενικό ως δυνατό, λιγομίλητο και αυτάρκες και το θηλυκό ευαίσθητο, που μοιράζεται και στηρίζεται από τις σχέσεις του. Στην διαχείριση αυτού που βιώνεται ως προδοσία της οικογένειας, τα κορίτσια μπορεί να αντιδράσουν περισσότερο καταθλιπτικά στρέφοντας τον θυμό τους μέσα τους και τα αγόρια πιο επιθετικά, εξωτερικεύοντας ίσως και ακατάλληλα τον θυμό τους. Τα κορίτσια είναι πιο πιθανό να αναζητήσουν συναισθηματική υποστήριξη, ενώ τα αγόρια να το περάσουν μόνα τους.
Όταν ο ντροπαλός και εσωστρεφής κλείνεται συναισθηματικά και απομονώνεται κοινωνικά, σίγουρα μπορεί να κάνει τα πράγματα πιο δύσκολα απ` ότι ένα παιδί που εκδηλώνεται λεκτικά και κοινωνικοποιείται σαν έφηβος, μιλάει και επικοινωνεί αυτό που τον απασχολεί – συζητάει και αναζητάει συντροφιά, στοχεύοντας σε κατανόηση και υποστήριξη.
Οι γονείς, ακόμα κι αυτοί που προέρχονται από χωρισμένη οικογένεια, συνήθως δεν κατανοούν τον πόνο του παιδιού. Ο κύριος λόγος είναι ότι είναι τόσο απασχολημένοι με το δικό τους συναισθηματικό χάος και τον αγώνα να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις του διαζυγίου, που έχουν περιορισμένη ευαισθησία και προσοχή να δώσουν στα παιδιά τους τη δεδομένη χρονική στιγμή, παρ `όλο που αγαπούν τα παιδιά τους και νοιάζονται πραγματικά για τις πληγές που μπορεί να δημιουργηθούν.
Αυτό είναι κάτι που ακούγεται συχνά. Η εφηβεία είναι μια διαδικασία αποκοπής από την παιδική ηλικία και από τους γονείς σε μια αναζήτηση ατομικότητας και ανεξαρτησίας. Με τον τερματισμό του γάμου των γονέων τους και τον χωρισμό, την δημιουργία δύο σπιτικών, τις προγραμματισμένες επισκέψεις στο ένα και το άλλο σπίτι, ο κόσμος του εφήβου διαχωρίζεται ακόμα περισσότερο από την οικογένεια χωρίς να είναι δική του η επιλογή. Με αιτία αυτή την αναδιοργάνωση, αναπτύσσεται η αίσθηση αποξένωσης, υφίσταται μεγαλύτερη αποκοπή από το σπίτι, και ο έφηβος αισθάνεται να βασίζεται πολύ λιγότερο στους γονείς και πολύ περισσότερο στον εαυτό του, ενώ ταυτόχρονα η ώθηση για κοινωνική ανεξαρτησία αυξάνεται.
Ναι, από τη προσωπική μου εμπειρία μπορώ να αναφερθώ σε θετικές επιδράσεις, παρ` όλο που δεν είναι αυτές που θα σταματήσουν ή θα αποζημιώσουν την στεναχώρια του διαζυγίου. Μερικά θετικά μπορεί να είναι κάτι που προανέφερα σχετικά με την αποξένωση από την οικογένεια και την δυνατότητα για τον έφηβο να αναπτύξει στενό δεσμό με την ανεξαρτησία, να μεγαλώσει με λιγότερη εξάρτηση στους γονείς του και πιο αυτάρκης, με μεγαλύτερη αφοσίωση στο να πάρει τη ζωή του στα χέρια του και την ευθύνη των επιλογών του. Μερικές φορές, ο ένας γονέας, συνήθως ο πατέρας που είναι σχετικά αποκομμένος πλέον απ` τα παιδιά λόγω της απουσίας από την προηγούμενη καθημερινότητα με την οικογένεια, μπορεί να επιλέξει να ασχοληθεί περισσότερο με τα παιδιά μετά το διαζύγιο, τώρα που όταν τα έχει, είναι ολοκληρωτικά στον ρόλο του γονέα και μόνος του. Μπορεί να πάψουν οι καθημερινές συζυγικές εντάσεις στη ζωή των παιδιών, καθώς ζώντας σε διαφορετικά σπίτια αυτό μπορεί να ανακουφίζει συναισθηματικά και τους δύο πρώην συζύγους. Οι γονείς, συνήθως πιο χαρούμενοι που ζουν χωριστά πια, μπορούν να είναι πιο χαρούμενοι και στις επαφές με τα παιδιά και έτσι τα παιδιά να περνούν πιο όμορφα. Σε κάποιες πολύ ακραίες συνθήκες οικογενειών, το γονεικό διαζύγιο μπορεί να προσφέρει την απόδραση από ένα κακοποιητικό ή βίαιο οικογενειακό περιβάλλον.
Αν με την λέξη «προσαρμογή» εννοούμε το να απαλλαγεί από την συναισθηματική στεναχώρια που συνδέεται με το διαζύγιο και να αποδεχτεί με χαρά πια τις εναλλαγές των επισκέψεων και τη ζωή σε δύο σπιτικά, θεωρώ ότι χρειάζεται γύρω στα 2 χρόνια. Όμως, αξίζει να θυμόμασε ότι το διαζύγιο συχνά στρώνει το χαλί για δυναμικές αλλαγές που επακολουθούν όπως γεωγραφικές μετακομίσεις, αλλαγή σχολείων, καθημερινότητα με λιγότερα χρήματα, αλλαγή επαγγελματικών στόχων των γονέων (ίσως και αλλαγή ή έναρξη εργασίας), προσωπική ζωή των γονέων, γάμος των γονέων (περισσότεροι από το 50% ξαναφτιάχνουν τη ζωή τους), και διαχείριση των νέων γάμων (σχέση πατριού – μητριάς με τα παιδιά), άρα οι προκλήσεις των προσαρμογών στη ζωή μετά το διαζύγιο συνεχίζονται.
Οι πιο καθοριστικοί παράγοντες που έχω δει είναι οι ικανότητες των πρώην συζύγων για ειλικρινή συναισθηματική αναπλαισίωση και ένωση μετά το διαζύγιο, το συντομότερο δυνατό. Συναισθηματική αναπλαισίωση σημαίνει να φτάσουν σε αμοιβαία αποδοχή των όποιων διαφορών τους οδήγησαν στο χωρισμό, να μην ανταγωνίζονται σε αυτές τις διαφορές ή να μην εμμένουν σε πληγές ή πικρίες του παρελθόντος ή και σε φαντασιώσεις συζυγικής επανασύνδεσης. Το αποτέλεσμα θα είναι τα παιδιά να μην βιώνουν άρρωστα συναισθήματα του ενός για τον άλλον γονέα και να μην καλλιεργούν ψευδαισθήσεις ότι ο μπαμπάς και η μαμά θα τα ξαναβρούν. Η ένωση μετά το διαζύγιο επιτυγχάνεται όταν και οι δύο δεσμευτούν να «ξαναπαντρευτούν» ως γονείς και να είναι ενωμένοι στην συνεργασία τους για το καλό των παιδιών τους. Κατά συνέπεια, τα παιδιά νοιώθουν ασφαλή με αυτά τα δεδομένα. Είναι σύμμαχοι και δεν έχουν συγκρούσεις μεταξύ τους, άρα αυξάνουν την ευαισθησία τους ώστε να μπορούν να δώσουν και περισσότερα στα παιδιά τους.
Η προσαρμογή στο γονεικό διαζύγιο εμπεριέχει συναισθηματική επεξεργασία της θλίψης και του πένθους της οικογενειακής απώλειας, την μετάβαση σε αποδοχή της χωριστής οικογενειακής πραγματικότητας και μετά να ανακαλύψουν νέες ευκαιρίες γιατί η άλλη πλευρά της απώλειας (ακόμα και απώλεια από διαζύγιο) συνίσταται από μερικές νέες ελευθερίες – ελευθερίες από παλιά δυσφορικά σημεία και ελευθερίες για νέες ευκαιρίες.
Γενικά θεωρώ ότι οι έφηβοι πρέπει να ακούν ότι οι γονείς δεν ήταν ευτυχισμένοι στην κοινή τους ζωή και αποφάσισαν είτε ο ένας είτε και οι δύο ότι θα ήταν πιο χαρούμενοι αν ζούσαν πρακτικά και νομικά χωριστά. Τώρα σε τι βαθμό θα επεκταθούν σε περαιτέρω λεπτομέρειες ανάλογα με το παιδί της κάθε οικογένειας, αυτό εξαρτάται από την ανάγκη του παιδιού σχετικά με το τι θέλει να ξέρει. Κάποιοι νέοι ρωτούν για αρκετές λεπτομέρειες κι άλλοι για τα βασικά. Όπως και να χει μείνετε κοντά στην ανάγκη του παιδιού, και μακριά από τις ενοχές σας. Αυτό τι σημαίνει ;
Όταν σας ζητούν λεπτομέρειες, μπορείτε να πείτε ότι έχετε την ανάγκη για το ιδιωτικό της σχέσης σας οπότε και να αρνηθείτε να μοιραστείτε περαιτέρω. Συνήθως βοηθάει τους νέους όταν οι γονείς απαντούν τις ερωτήσεις που τους θέτουν αντικειμενικά και επί του θέματος όσο γίνεται, μην χρησιμοποιώντας εξηγήσεις μέσω των οποίων φαίνεται να απαιτούν αφοσίωση και πίστη από τον άλλον, μην εκδηλώνοντας την συζυγική θλίψη, ή μην απαξιώνοντας τον άλλον. Σε πολλές περιπτώσεις, όσο περισσότερα λέγονται και από τους δύο γονείς, τόσο πιο μπερδεμένο μένει το παιδί διότι οι πρώην σύζυγοι σίγουρα θα έχουν διαφορετικές οπτικές γωνίες και εκδοχές σχετικά με το τι τους οδήγησε στο διαζύγιο. Έτσι, τα παιδιά καταλήγουν να συνδυάζουν αντιφατικές εκδοχές που τους δίνονται και κατά συνέπεια φτάνουν στα δικά τους συμπεράσματα.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ