Την αναγκαιότητα εκτίμησης της κατάστασης των ασθενών με λοίμωξη COVID-19 με ηλεκτροκαρδιογράφημα και επιπέδων τροπονίνης αίματος, για τον έλεγχο της πιθανότητας κινδύνου, επισημαίνουν οι επιστήμονες.
Μέσω των εν λόγω εξετάσεων, που είναι άμεσα και εύκολα διαθέσιμες στην καθημερινή κλινική πράξη, στους ασθενείς με οξεία λοίμωξη COVID-19 συμβάλει στην πρώιμη διαλογή αυτών που χρειάζονται για εντατική παρακολούθηση και προχωρημένες θεραπευτικές τακτικές.
Η παρουσία μυοκαρδιακής βλάβης και των αρρυθμιών κολπικής μαρμαρυγής ή πτερυγισμού στην εισαγωγή ασθενών COVID-19 στο νοσοκομείο συσχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας όπως προκύπτει από μελέτη που δημοσιεύθηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Journal of the American Heart Association (doi:10.1161/JAHA.120.018476), η.
Οι καθηγητής της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Κίμωνας Σταματελόπουλος και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ), συνοψίζουν τα κύρια ευρήματα της μελέτης.
Συγκεκριμένα, οι συγγραφείς της μελέτης εξέτασαν 887 ασθενείς, που εισήχθησαν λόγω νόσησης από COVID-19 στα νοσοκομεία Columbia University Irving Medical Center και New York-Presbyterian Allen Hospital κατά το διάστημα 1 Μαρτίου – 3 Απριλίου 2020.
Κατά την μελέτη αξιολογήθηκαν η τροπονίνη υψηλής ευαισθησίας, ως δείκτης μυοκαρδιακής βλάβης, καθώς και τα ευρήματα από το ηλεκτροκαρδιογράφημα εντός των πρώτων δυο ημερών από τη διάγνωση της λοίμωξης.
Συγκεκριμένα διαπιστώθηκε στους ασθενείς που εντοπίστηκε κολπική μαρμαρυγή ή κολπικό πτερυγισμό στο πρώτο ηλεκτροκαρδιογράφημα, ότι είχαν διπλάσιο κίνδυνο θανάτου σε σχέση με τους ασθενείς χωρίς αυτές τις αρρυθμίες.
Επιβαρυντικά ήταν και τα στοιχεία για τους ασθενείς με μυοκαρδιακή βλάβη (επίπεδα τροπονίνης≥20 ng/L) οι οποίοι διέτρεχαν τετραπλάσιο κίνδυνο σε σχέση με τους ασθενείς χωρίς μυοκαρδιακή βλάβη. Στην δυσμενή έκβαση που οδηγούς εστην θνητότητα συνέβαλαν η μεγάλη ηλικία και το ιστορικό στεφανιαίας νόσου και ενεργού καρκίνου.
Άξιο αναφορά είναι ότι οι μισοί από τους ασθενείς, οι οποίοι είχαν ταυτόχρονα μυοκαρδιακή βλάβη σε συνδυασμό με ηλεκτροκαρδιογραφικές διαταραχές απεβίωσαν κατά τη διάρκεια του πρώτου μήνα μετά την εισαγωγή τους.
Αντίστοιχα, παρατηρήθηκε ότι «μόνο το 6% των ασθενών χωρίς καμία από αυτές τις διαταραχές κατέληξε στο ίδιο χρονικό διάστημα».
Οι μελετητές υποστηρίζουν ότι η σύνδεση των συγκεκριμένων παραμέτρων με την αρνητική πρόγνωση στους ασθενείς με COVID-19 αποδίδεται ενδεχομένως στη συνύπαρξή τους σε καρδιακές επιπλοκές της λοίμωξης, όπως είναι η μυοκαρδίτιδα, η θρόμβωση στεφανιαίων αρτηριών και η μυοκαρδιοπάθεια από υπερδιέγερση του συμπαθητικού συστήματος.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ