Της Έφης Σίμου, ερευνήτριας τομέα Επιδημιολογίας Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας
Τα ιατρικά λάθη κατά τη διάρκεια της ιατρικής πρακτικής και οι ανεπιθύμητες ενέργειες που προκύπτουν από τη φαρμακευτική αγωγή καταγράφουν ένα εύρος επιπλοκών για την υγεία, το οποίο κυμαίνεται από την αύξηση της μέσης διάρκειας νοσηλείας, την επιδείνωση της ποιότητας της ζωής του ασθενούς έως και το θάνατο. Ο κίνδυνος αυξάνεται με την αύξηση της ηλικίας και της πολυφαρμακίας . Κοινή θεματική στο διάλογο για την πρόληψη και τον περιορισμό των ιατρικών λαθών αποτελεί η κακή επικοινωνία μεταξύ ασθενούς και επαγγελματιών υγείας. Τα λάθη που οφείλονται στη κακή επικοινωνία προκύπτουν όταν σημαντικές πληροφορίες που αφορούν τη διάγνωση και την θεραπευτική αντιμετώπιση της ασθένειας είναι λανθασμένες, παρερμηνεύονται και δεν γίνονται αντιληπτές από τους ασθενείς. Τα λάθη που οφείλονται στην επικοινωνία θεωρούνται η πιο συχνή αιτία ιατρικών λαθών με εκτιμήσεις που αφορούν την συχνότητα τους να κυμαίνονται μεταξύ 60-70%. Δεδομένου ότι το περιβάλλον παροχής υπηρεσιών υγείας χαρακτηρίζεται από μεγάλη ένταση, έλλειψη χρόνου και συναισθηματική πίεση, η έλλειψη επικοινωνίας ή μη αποτελεσματική επικοινωνία ή ελλειμματική προσοχή κατά τη διάγνωση μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες για τη ζωή του ασθενούς.
Μελέτη η οποία διερεύνησε την επίδραση της διακοπής στη συνομιλία κατά τη διάρκεια μιας ιατρικής επίσκεψης κατέγραψε ότι η διακοπή συνδέεται με 12.1% αύξηση των διαδικαστικών λαθών (π.χ διαδικασίες αποστείρωσης) και 12,7% αύξηση των λαθών, που είχαν σχέση με την κλινική πρακτική (π.χ λάθος δοσολογία). Η χρήση συντμήσεων έχει επίσης αρνητική επίδραση στη επικοινωνία και συνδέεται με ιατρικά σφάλματα. Συγκεκριμένα σε ανάλυση 643.151 ιατρικών λαθών, τα οποία καταγράφηκαν στο σύστημα MEDMARX, τα 29.974 (4.7%) οφείλονταν σε χρήση συντμήσεων κατά τη διάρκεια επικοινωνίας μεταξύ γιατρού και ασθενούς.
Είναι σημαντικό για τους γιατρούς να επικοινωνούν με τους ασθενείς. Σε σχετικά πρόσφατη μελέτη καταγράφηκε ότι το ένα τρίτο των ασθενών που νοσηλεύτηκαν αντιμετώπισαν ιατρικό λάθος κατά το διάστημα της εισαγωγής τους στο νοσοκομείο. Το 25% από αυτά λάθη κατά την εισαγωγή προέρχονται από κακή επικοινωνία κατά τη διάρκεια λήψης του ιατρικού ιστορικού. Αποτυχημένη επικοινωνία μεταξύ γιατρού και ασθενούς έχουν ως αποτέλεσμα χειρότερα αποτελέσματα στην έκβαση μιας ασθένειας, μικρότερη πιθανότητα αποτελεσματικής διαχείρισης της θεραπείας και υψηλότερο ρίσκο εισαγωγής στο νοσοκομείο. Επιπλέον ασθενείς που δεν κατανοούν τα συμπτώματα τους και τις ιατρικές τους ανάγκες είναι περισσότερο πιθανό να οδηγηθούν σε επείγουσα νοσηλεία. Η κατάσταση περιπλέκεται όταν οι ασθενείς προσπαθήσουν να κρύψουν την σύγχυσή τους, ανησυχούν ότι σπαταλούν το χρόνο του γιατρού ή φοβούνται ότι θα φανούν ανόητοι όταν κάνουν ερωτήσεις. Επιπλέον μελέτες καταδεικνύουν ότι ακόμη και όταν οι ασθενείς υπογράφουν επιστολές ενημερωμένης συναίνεσης – συγκατάθεσης κάποιοι από αυτούς δεν έχουν επίγνωση αναφορικά με το τι υπογράφουν και στο τι συναινούν. Οι στατιστικές είναι αποκαλυπτικές: • 60% εως 69% των ασθενών δεν καταλαβαίνουν ή ακόμη χειρότερα δεν διαβάζουν την πληροφορία, η οποία εμπεριέχεται στις επιστολές συναίνεσης που τους διανέμονται κατά τη διάρκεια της νοσοκομειακής τους περίθαλψης. • 44% δεν γνωρίζουν την ακριβή φύση και πληροφορίες που αφορούν χειρουργική επέμβαση στην οποία υποβάλλονται. • 18% εως 45% δεν είναι ικανοί να ανακαλέσουν σημαντικούς παράγοντες κινδύνου που αφορούν μια χειρουργική επέμβαση. • η πλειοψηφία των ασθενών δεν μπορεί να απαντήσει βασικές ερωτήσεις αναφορικά με τις θεραπευτικές υπηρεσίες και τις παρεμβατικές πρακτικές, τις οποίες συμφώνησε να συμμετάσχει.
Είναι εξίσου σημαντικό οι επαγγελματίες υγείας να επικοινωνούν αποτελεσματικά μεταξύ τους και να μεταφέρουν την ιατρική πληροφορία έγκαιρα και με ακρίβεια. Επιπλέον οι καθυστερήσεις στην επικοινωνία μπορεί να προκαλέσουν σημαντικές απώλειες κατά τη διάρκεια της περίθαλψης και αυτό συμβαίνει κυρίως κατά τη διάρκεια της εντατικής θεραπείας, όπου ο ασθενής βρίσκεται σε μεγαλύτερο κίνδυνο και ο χρόνος αντίδρασης αποτελεί θέμα ζωτικής σημασίας. Συγκεκριμένα σύμφωνα με μελέτη το 36.5% των ιατρικών λαθών στις μονάδες εντατικής θεραπείας προκαλούνται από καθυστερήσεις στη θεραπεία, στις διαγνωστικές εξετάσεις και τις παρεμβατικές διαδικασίες.
Τόσο η δια- επαγγελματική επικοινωνία, όσο και η επικοινωνία μεταξύ επαγγελματιών υγείας και ασθενών θα πρέπει να χαρακτηρίζεται από εν-συναίσθηση, ιδιωτικότητα και τήρηση της αρχής προσωπικών δεδομένων, όσο και από τις αρχές του ανθρωπισμού που διέπουν τα επαγγέλματα που δραστηριοποιούνται στην προάσπιση της υγείας των πολιτών. Με σκοπό την μείωση των ιατρικών λαθών η απόσπαση της προσοχής κατά την ιατρική εξέταση θα πρέπει να κρατηθεί σε χαμηλά επίπεδα ιδιαιτέρως τη στιγμή της ιατρικής γνωμάτευσης και κυρίως των ιατρικών οδηγιών, επίσης θα πρέπει να μειωθεί η χρήση ιατρικών συντμήσεων κατά τη διάρκεια της επικοινωνίας ιατρού -ασθενούς. Επιπλέον η επικοινωνία κατά τη διάρκεια της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης δεν περιορίζεται μόνο μεταξύ γιατρού και ασθενούς. Οι ασθενείς συνομιλούν και λαμβάνουν πληροφορίες από το νοσηλευτικό και διοικητικό προσωπικό, καθώς και από το προσωπικό το οποίο εργάζεται στα εργαστήρια όπου πραγματοποιούνται οι διαγνωστικές εξετάσεις. Επίσης όλη η πληροφορία που αφορά τον ασθενή καταγράφεται στο ιατρικό ιστορικό και μεταφέρεται μέσω fax , email, ψηφιακών καρτών για αυτό το λόγο θα πρέπει να είναι όσο το δυνατό πιο άρτια καταγεγραμμένη, χωρίς να αφήνει περιθώρια για παρανοήσεις και παρερμηνείες οι οποίες μπορεί να έχουν τραγικές επιπτώσεις για τη ζωή του ασθενούς. Τα ιατρικά λάθη μπορεί να ξεκινήσουν από οποιαδήποτε φάση της κλινικής πρακτικής και μπορούν να επηρεάσουν πολλαπλά στάδια της θεραπευτικής διαδικασίας. Η καλή επικοινωνία είναι το κλειδί για την πρόληψη πολλών ιατρικών λαθών και η έγκυρη πληροφόρηση μπορεί να αποτελέσει την καλύτερη άμυνα απέναντι τους για αυτό το λόγο η λεπτομερής λήψη του ιατρικού ιστορικού η ενδελεχής ενημέρωση του ασθενούς, η τήρηση λεπτομερών ιατρικών φακέλων που ακολουθούν τυποποιημένες διαδικασίες καταγραφής της πληροφορίας, η ξεκάθαρη καταγραφή και επανέλεγχος των συνταγογραφικών οδηγιών που δίδονται στους ασθενείς αποτελεί όχι μόνο ηθική επιταγή, αλλά κυρίως επιτακτική αναγκαιότητα που αφορά τόσο την εξυγίανση της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης όσο και την προάσπιση της ασφάλειας του ασθενούς. Η Έφη Σίμου, είναι ερευνήτρια του Τομέα Επιδημιολογίας και Βιοστατιστικής της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ