Της Νίκης Γκατζέλια, Συμβούλου Ψυχικής Υγείας Ο ύπνος είναι τόσο σημαντικός για την λειτουργία του εγκεφάλου μας, που χωρίς αυτόν δεν μπορούμε να ζήσουμε. Ο λόγος που καθιστά τον ύπνο τόσο σημαντικό για την επιβίωσή μας οφείλεται στα όνειρα. Η ξεκούραση που αισθανόμαστε όταν κοιμόμαστε μπορεί να επιτευχθεί και μέσω της απλής χαλάρωσης των μυών του σώματός μας. Τα όνειρα, όμως, είναι τόσο αναγκαία για την λειτουργία του εγκεφάλου, που χωρίς αυτά ο άνθρωπος θα βίωνε παραισθήσεις σε καθημερινή βάση. Τι συμβαίνει όμως όταν ο ύπνος γίνεται καθημερινό βάσανο; Οι διαταραχές ύπνου διακρίνονται στις δυσυπνίες και στις παραϋπνίες. Οι δυσυπνίες χαρακτηρίζονται από διαταραχές στην ποσότητα ή την ποιότητα του ύπνου. Οι παραϋπνίες χαρακτηρίζονται από ανώμαλα γεγονότα που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια του ύπνου. Προκειμένου να μπορεί να γίνει λόγος για διαταραχές ύπνου είναι απαραίτητο να υπάρχει σημαντική μείωση της καθημερινής λειτουργικότητας του ατόμου, η οποία να γίνεται αντιληπτή από το ίδιο το άτομο. Οι πιο σημαντικές διαταραχές ύπνου που ανήκουν στην κατηγορία των δυσυπνιών είναι η πρωτοπαθής αϋπνία, η πρωτοπαθής υπερϋπνία και η ναρκοληψία. Όταν το άτομο υποφέρει από πρωτοπαθή αϋπνία εμφανίζει δυσκολία στην έλευση και διατήρηση του ύπνου και δεν νιώθει ξεκούραση για τουλάχιστον ένα μήνα. Τα συμπτώματα που παρουσιάζονται είναι ευερεθιστότητα, κόπωση και δυσκολία στη συγκέντρωση. Η διαταραχή αυτή εκδηλώνεται με μεγάλη συχνότητα ιδιαιτέρως στους ηλικιωμένους ανθρώπους και στις γυναίκες. Η πρωτοπαθής αϋπνία μπορεί να προκληθεί από ψυχοκοινωνικό στρες, όταν υπάρχει προδιάθεση στην οικογένεια ή όταν το άτομο πάσχει από σωματικές ή/και ψυχικές διαταραχές. Η αϋπνία ενισχύεται από τον φόβο του ατόμου ότι δεν θα μπορέσει να κοιμηθεί. Η πρωτοπαθής υπερυπνία γίνεται αντιληπτή όταν το άτομο εμφανίζει υπερβολική υπνηλία για τουλάχιστον ένα μήνα. Η έναρξη της διαταραχής κυμαίνεται συνήθως από τα 15 έως τα 20 έτη της ηλικίας και καταλήγει να γίνεται χρόνια. Αξίζει να σημειωθεί το σύνδρομο Klein-Levin. Πρόκειται για επεισόδια υπερβολικού ύπνου, τουλάχιστον για 20 ώρες την ημέρα, που εμφανίζεται μόνο σε άνδρες και συνοδεύεται από υπερσεξουαλικότητα, άρση αναστολών, βουλιμία και σύγχυση. Στην ναρκοληψία το άτομο εμφανίζει επαναλαμβανόμενα και αιφνίδια επεισόδια ύπνου και απότομη απώλεια μυϊκού τόνου, η οποία διαρκεί για λίγα λεπτά ως αντίδραση σε έντονα συναισθήματα. Το άτομο αδυνατεί να αντισταθεί σε αυτά τα επεισόδια ακόμη και όταν οι συνθήκες το επιβάλλουν. Πρόκειται για μία εξαιρετικά σπάνια διαταραχή που ξεκινά στην παιδική ηλικία και επιδεινώνεται στην εφηβεία. Η αιτιολογία της προσανατολίζεται κυρίως στην κληρονομικότητα. Οι παραϋπνίες εμφανίζονται λόγω ενεργοποίησης του αυτόνομου νευρικού συστήματος του ατόμου ή των γνωστικών του λειτουργιών και περιλαμβάνουν την διαταραχή των εφιαλτών, την διαταραχή ενύπνιου τρόμου και την υπνοβασία. Στην διαταραχή των εφιαλτών παρατηρούνται τρομακτικά όνειρα που ξυπνούν το άτομο, κατά τη διάρκεια του ύπνου REM (Rapid Eye Movements: πρόκειται για τέσσερα στάδια κατά τη διάρκεια του ύπνου που διαφοροποιούν την εγκεφαλική δραστηριότητα. Είναι οι φάσεις κατά τις οποίες βλέπουμε τα όνειρα) και προκαλούν άγχος, εφίδρωση και ταχυπαλμία. Η διαταραχή αυτή είναι πολύ συχνή στην παιδική ηλικία, ενώ αν οι εφιάλτες συνεχιστούν και στην ενήλικη ζωή γίνονται χρόνιοι. Ο λόγος εμφάνισης των εφιαλτών οφείλεται κυρίως σε ψυχοκοινωνικό στρες. Η διαταραχή ενύπνιου τρόμου χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενα και απότομα ξυπνήματα από τον ύπνο με κραυγές και έντονα κλάματα. Οι αφυπνίσεις παρατηρούνται στην αρχή του ύπνου και προκαλούν εφίδρωση, ταχυπαλμία και άγχος. Κατά τη διάρκεια του επεισοδίου το άτομο δεν μπορεί να ηρεμήσει εύκολα και δεν έχει ανάμνηση κάποιου συγκεκριμένου ονείρου που ενδεχομένως να το τρόμαξε. Πολύ συχνά το πρωί το άτομο δεν θυμάται καν αυτό το συμβάν. Η διαταραχή αυτή είναι πιο συχνή στα παιδιά και κυρίως στα κορίτσια, ηλικίας 4 έως 12 ετών. Η κληρονομικότητα, αλλά και η ύπαρξη κάποιας άλλης ψυχικής διαταραχής ενοχοποιούνται για την εμφάνιση αυτών των επεισοδίων. Η υπνοβασία αποτελείται από επεισόδια κατά τα οποία το άτομο σηκώνεται από το κρεβάτι και περπατάει ενώ κοιμάται, διάρκειας έως 30 λεπτών. Κατά τη διάρκεια του επεισοδίου το άτομο δεν επικοινωνεί με τους γύρω του. Η διαταραχή αυτή είναι πολύ επικίνδυνη και προκαλεί πολύ σημαντική μείωση της λειτουργικότητας, καθώς το άτομο απομονώνεται. Το 10% έως 30% των παιδιών έχουν ένα επεισόδιο υπνοβασίας. Στους ενήλικες η υπνοβασία συνδυάζεται με άλλες διαταραχές, ενώ εκδηλώνεται με την ίδια συχνότητα και στα δύο φύλα. Η έναρξη της διαταραχής παρατηρείται γύρω στα 4 έως 8 έτη και κορυφώνεται στα 12, ενώ εάν δεν υποχωρήσει γύρω στα 15 έτη καταλήγει να γίνει χρόνια. Η θεραπεία των διαταραχών ύπνου είναι κυρίως συμπεριφοριστικής προσέγγισης, προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα συμπτώματά τους, καθώς οι αιτίες εμφάνισής τους είναι συνήθως πολύ βαθύτερες και απαιτούν μία περισσότερο εντατική, αναλυτική και εμπεριστατωμένη μελέτη του ψυχικού κόσμου και των βιωμάτων του ατόμου. Η «συμπτωματική» λοιπόν θεραπεία περιλαμβάνει τη διαμόρφωση της κατάλληλης «υγιεινής ύπνου». Μερικές πρακτικές συμβουλές περιγράφονται παρακάτω: – Το άτομο να ξυπνά και να πηγαίνει για ύπνο την ίδια ώρα κάθε μέρα, ακόμη και τα Σαββατοκύριακα. – Να αποφεύγει να μένει για μεγάλο διάστημα ξύπνιο στο κρεβάτι. – Να μην χρησιμοποιεί το κρεβάτι για άλλες δραστηριότητες πέραν του ύπνου, όπως διάβασμα ή παρακολούθηση τηλεόρασης. – Εάν περάσουν 30 λεπτά αφού έχει ξαπλώσει στο κρεβάτι και δεν έχει κοιμηθεί, να φύγει από το κρεβάτι και να ξαναγυρίσει όταν αισθανθεί νύστα. – Να αποφεύγει να κοιμάται κατά τη διάρκεια της ημέρας. – Να ασκείται δύο με τρεις φορές την εβδομάδα, κατά προτίμηση όχι τις βραδινές ώρες. – Να διακόψει ή να ελαττώσει το αλκοόλ, το κάπνισμα, τον καφέ και οποιαδήποτε ουσία προκαλεί υπερδιέγερση του κεντρικού νευρικού συστήματος. Όπως ισχύει για κάθε διαταραχή, για να επιβεβαιωθεί η εμφάνιση κάποιας διαταραχής ύπνου, είναι απαραίτητο να γίνει αξιολόγηση και διάγνωση του ατόμου από κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας. Πολλές φορές ακούμε ή διαβάζουμε τα συμπτώματα κάποιας σωματικής ή ψυχικής διαταραχής και υποθέτουμε ότι συμβαίνει και σε εμάς τους ίδιους, χωρίς να γνωρίζουμε τις λεπτομέρειες της εκάστοτε νόσου, που μπορεί να είναι μικρές, πλην όμως εξαιρετικά σημαντικές για την διάγνωσή της. Η επικοινωνία με ένα ειδικό μπορεί να μας προσφέρει όλες τις πληροφορίες που χρειαζόμαστε και να μας δώσει λύσεις που δεν έχουμε καν φανταστεί, έτσι ώστε να βελτιώσουμε την καθημερινότητά μας. Πηγή:Ψυχογραφήματα
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ