Το χρονικό διάστημα υιοθέτησης της Μεσογειακής διατροφής καθορίζει τον βαθμό των θετικών επιδράσεων σύμφωνα με κοινή έρευνα του Πανεπιστημίου Sheffield Hallam, του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και του Διεθνούς Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης.
Μέχρι τώρα γνωρίζαμε ότι προκύπτουν πολυποίκιλα οφέλη από τη Μεσογειακή διατροφή στην υγεία και την ποιότητα ζωής, με σημαντικά κέρδη για τον ανθρώπινο οργανισμό όπως είναι ο χαμηλότερος επιπολασμός υπέρτασης, υπερβαρότητας, καρδιαγγειακών νοσημάτων, σακχαρώδη διαβήτη κ.ά..
Η νέα έρευνα απαντά σε ερωτήματα που αφορούσαν την διάρκεια υιοθέτησης του προτύπου της Μεσογειακής διατροφής με στόχο την καλύτερη λειτουργία των μικρών αγγείων και κατά συνέπεια τον περιορισμό του κίνδυνου εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Εξετάζοντας τον παράγοντα χρόνο -μακροχρόνιας Μεσογειακής διατροφής έναντι της σύντομης ως προς τη μικροαγγειακή λειτουργία- οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Sheffield Hallam, του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου και του Διεθνούς Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης κατέληξαν ότι η Μεσογειακή διατροφή επηρεάζει διαφορετικά τα μικροαγγεία σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.
Τα δε οφέλη σχετίζονται με την ποιότητα ζωής στο κομμάτι της σωματικής υγείας, καταγράφοντας την αίσθηση υγείας των συμμετεχόντων αλλά και την ικανότητα τους να ανταπεξέρχονται καλύτερα στις απαιτήσεις της καθημερινότητάς τους.
Αναλυτικότερα, εντοπίστηκαν σε πρώτο στάδιο θετικές επιδράσεις στη λειτουργία τoυ αντανακλαστικού νευράξονα των μικροαγγείων, που επηρεάζει τη δυνατότητα διαστολής τους.
Αντίστοιχα, στην περίπτωση μακροχρόνιας εφαρμογής της, προσδίδει οφέλη στη βιο-διαθεσιμότητα του οξειδίου του νατρίου, το οποίο διαστέλλει τις αρτηρίες και τις φλέβες, ρυθμίζοντας την κυκλοφορία του αίματος και την αρτηριακή πίεση. Σημειώνεται ότι η παρουσία του οξειδίου του νατρίου επηρεάζεται αρνητικά από τη γήρανση του οργανισμού μας και η έλλειψή του οδηγεί σε καρδιαγγειακά επεισόδια.
Τα στοιχεία που προέκυψαν θεωρούνται σημαντικά για την προσαρμογή των θεραπειών σχετικά με ορισμένες ασθένειες ή καταστάσεις, για παράδειγμα, στην μείωση της παραγωγής μονοξειδίου του αζώτου (ΝΟ) ή στην σχέση γήρανσης και αγγείων. Η βραχυπρόθεσμη Μεσογειακή Διατροφή μπορεί να προκαλέσει οφέλη στην βιολογική διαθεσιμότητα του ΝΟ. Οι πιο μακροπρόθεσμες διατροφικές παρεμβάσεις θα ήταν καταλληλότερες για ηλικιωμένους ή άλλους κλινικούς πληθυσμούς, λόγω αγγειακής φυσιολογίας.
«Η μικροκυκλοφορία είναι ιδιαίτερα σημαντική, γιατί αποτελεί καθρέφτη των μεγάλων αγγείων και του μεγέθους του ρίσκου που υπάρχει για εκδήλωση καρδιαγγειακών παθήσεων, ενώ παράλληλα αποτελεί και πεδίο δράσης πλήθους ασθενειών με ισχυρό μικροαγγειακό αποτύπωμα, όπως η συστημική σκλήρυνση (σκληρόδερμα), τα βαρυτικά έλκη ή ακόμα και ο διαβήτης τύπου Β», διευκρίνισε ο επικεφαλής της έρευνας αναπληρωτής καθηγητής Κλινικής Φυσιολογίας στο Πανεπιστήμιο Sheffield Hallam, Μάρκος Κλωνιζάκης.
«Τα αποτελέσματά της έρευνάς μας μπορεί να βοηθήσουν τόσο όσον αφορά στην πρόληψη ασθενειών, αλλά και τη χρήση της διατροφής ως «αναχώματος» ανάσχεσης περαιτέρω επιδείνωσης των υπαρχόντων», συμπληρώνει από την πλευρά του ο επίκουρος καθηγητής Ιατρικής Διατροφολογίας στο Α.Π.Θ., Μιχάλης Χουρδάκης.
Αξίζει να διευκρινιστεί ότι στο πρωτοπόρο διακρατικό ερευνητικό πρωτόκολλο που διεξάχθηκε τόσο στο Sheffield της Μεγάλης Βρετανίας, όσο και στη Θεσσαλονίκη, έλαβαν μέρος άτομα άνω των 18 ετών, που δεν ασκούνταν τακτικά και δεν είχαν κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας. Στην ομάδα της Θεσσαλονίκης οι συμμετέχοντες τηρούσαν τη διατροφή κατά τα Μεσογειακά πρότυπα για μεγαλύτερο διάστημα των πέντε χρόνων, ενώ στην ομάδα του Sheffield οι συμμετέχοντες έπρεπε να μην ακολουθούν κάποιου είδους «υγιεινή διατροφή» και να είναι διατεθειμένοι να ακολουθήσουν τη Μεσογειακή διατροφή για τουλάχιστον ένα μήνα.
Τα αποτελέσματά δείχνουν ότι οι συμμετέχοντες στην ομάδα παρέμβασης κατάφεραν να προσαρμοστούν στη νέα δίαιτα αρκετά γρήγορα και με επιτυχία. Ωστόσο, ο τύπος της Μεσογειακής Διατροφής που κατανάλωσαν ήταν διαφορετικός από αυτόν που ακολουθήθηκε από τους μακροχρόνιους συμμετέχοντες στην ομάδα, που είναι άφθονα σε πρωτεΐνες και φυτικές ίνες, με λιγότερα λιπαρά, παρά την στατιστικώς σημαντική αύξηση στην κατανάλωση ελαιολάδου. Διαπιστώθηκαν αποδεκτές διαφορές στο πλαίσιο του τρόπου της μεσογειακής διατροφής, αλλά εν γένει οι ομάδες ακολούθησαν παρόμοιο διαιτολογικό σχήμα, με κάποιες διαφορές στην πρόσληψη υποτύπων λίπους.
Οι επιστήμονες συμφωνούν ότι η παρούσα έρευνα ανοίγει το δρόμο για περαιτέρω έρευνα μεγαλύτερης διάρκειας στις διαφορετικές ομάδες πληθυσμού.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ