Σημαντικό «όπλο» στη διαχείριση της πανδημίας αποτελεί ο προσδιορισμός των αντισωμάτων έναντι του SARS-CoV-2. Η στρατηγική μπορεί να ευνοηθεί χάρη σε επικαιροποιημένες μεθόδους για την παρακολούθηση του ορολογικού επιπολασμού του SARS-CoV-2 στην κοινότητα μετά τη μόλυνση ή και τον εμβολιασμό.
Τα στοιχεία ανασκόπησης που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό European Journal of Internal Medicine, επίσημο όργανο της Ευρωπαϊκής Εταιρίας Εσωτερικής Παθολογίας, παρουσιάζουν οι Χάρης Αλεξόπουλος (Επίκουρος Καθηγητής) και Ιωάννης Τρουγκάκος (Καθηγητής) του Τμήματος Βιολογίας της Σχολής Θετικών Επιστημών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και οι Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ) και Ευάγγελος Τέρπος (Καθηγητής Αιματολογίας) της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ ).
Τα επίπεδα των κυκλοφορούντων αντισωμάτων αλλά και τα επίπεδα αντισωμάτων με εξουδετερωτική ικανότητα κατά της πρωτεΐνης ακίδας του ιού SARS-CoV-2 μπορούν να χρησιμεύσουν ως αξιόπιστοι προγνωστικοί δείκτες της εξέλιξης της νόσου σε μεμονωμένους ασθενείς. Επίσης, τα αντισώματα κατά των νουκλεοκαψιδίων του ιού μπορούν να βοηθήσουν τους επιστήμονες να διακρίνουν τα στοιχεία της λοίμωξης από τον εμβολιασμό σε πληθυσμιακό επίπεδο (εφόσον τα αντισώματα μετά από εμβολιασμό είναι μόνο έναντι της πρωτεΐνης-ακίδας).
Ως προς τα κύτταρα μνήμης Β και Τ τύπου, μετά τη μόλυνση ή/και τον εμβολιασμό, οι τίτλοι των κυκλοφορούντων αντισωμάτων δεν μπορούν να προβλέψουν πλήρως τα επίπεδα προστασίας ενός ατόμου από την επαναμόλυνση με ένα υπάρχον ή ένα νέο στέλεχος. Επιπλέον, δεδομένου ότι οι ιστοί (συμπεριλαμβανομένου του βλεννογόνου) και όχι το αίμα είναι οι κύριες τοποθεσίες των ανοσολογικών αποκρίσεων μετά από μικροβιακή/ιική λοίμωξη, η χρησιμότητα της μέτρησης των επιπέδων των κυκλοφορούντων αντισωμάτων στην πρόβλεψη της προστασίας από μελλοντικές λοιμώξεις δεν θα πρέπει να υπερεκτιμάται.
Στην ανοσοεπιτήρηση εργαζόμενων στον τομέα της υγείας, οι μετρήσεις έχουν αξία για τον σχεδιασμό στρατηγικών πρόληψης, για την ενημέρωση κρίσιμων επιδημιολογικών δεικτών και για την βέλτιστη φροντίδα ευαίσθητων ατόμων (ανοσοκατεσταλμένοι) ή ευαίσθητων πληθυσμών (ηλικιωμένοι ή νοσηλευόμενοι).
Αξίζει να αναφερθεί ότι η εξέταση των αντισωμάτων στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό είναι εξαιρετικά χρήσιμη για την μελέτη των νευρολογικών επιπλοκών που συχνά συνοδεύουν την νόσο COVID-19 και κατά πόσον η διαταραχή του αιματο-εγκεφαλικού φραγμού στους πάσχοντες είναι παράγοντας κινδύνου για την εμφάνιση Long-COVID.
Όσο για την εμφάνιση νέων στελεχών, όπως είναι οι μεταλλαγές της Όμικρον, η μέτρηση των αντισωμάτων κατά του SARS-CoV-2 με επικαιροποιημένες μεθόδους θα παραμείνει ένα απαραίτητο εργαλείο. Ο προσδιορισμός των διαφόρων ορότυπων, όπως ορίζονται από τη χυμική ανοσολογική απόκριση, προσθέτει εργαλεία στη συνεχιζόμενη παγκόσμια προσπάθεια. Από τα στοιχεία του νέου στελέχους και των υποπαραλλαγών γνωρίζουμε ότι διαθέτει αντιγονικά χαρακτηριστικά που το διακρίνουν σαφώς από τις προηγούμενες παραλλαγές του SARS-CoV-2, οπότε ορισμένες δοκιμασίες αντισωμάτων είναι λιγότερο ευαίσθητες έναντι της όμικρον.
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ