Στην αποδόμηση της εικόνας «δαιμονοποίησης» που έχει αποδοθεί στην αγορά φαρμάκου, ιδιαιτέρως μετά τις τελευταίες εξελίξεις στην Υπόθεση Novartis, επιχειρούν ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) και το Pharma Innovation Forum της Ελλάδος (PhRMA), παραθέτοντας μια σειρά στοιχείων σε πολυσέλιδη ανακοίνωση. Σε αυτή την κατεύθυνση, μάλιστα, αναδεικνύουν και τις βάσεις της πολιτικής που πρέπει ακολουθηθεί στην Ελλάδα για εξέλθει από την κρίση και από τα μνημόνια.
Όπως ανέφερε και κατά την ομιλία του στο Συνέδριο του ΣΦΕΕ, ο πρόεδρος του Φορέα Π. Αποστολίδης, ο δημόσιος λόγος έχει πλέον φθάσει στο σημείο να αποτελείται από «ανακρίβειες, υπερβολές και φήμες, οι οποίες δημιουργούν -εσκεμμένα ή μη- λανθασμένες εντυπώσεις και επηρεάζουν αρνητικά τους ασθενείς και την κοινή γνώμη, δημιουργώντας έντονη ανασφάλεια και αμφισβήτηση. Επιχειρούν δε, να μηδενίσουν τη συνεισφορά ενός ολόκληρου κλάδου όχι μόνο στην υγεία των πολιτών αλλά και στην εθνική οικονομία».
Ο εξορθολογισμός των δαπανών Υγείας αποτελεί πάγιο αίτημα της φαρμακοβιομηχανίας, σημειώνοντας βέβαια την ανάγκη για ένα πλαίσιο που χαρακτηρίζεται από σεβασμό στους δημοσιονομικούς περιορισμούς της χώρας, αλλά πρωτίστως από σεβασμό στον ασθενή. «Διαχρονικά καταθέτουμε τεκμηριωμένες προτάσεις, που περιλαμβάνουν: έλεγχο της συνταγογράφησης και περιορισμό της σπατάλης, υποχρεωτική εφαρμογή των θεραπευτικών πρωτοκόλλων και των μητρώων ασθενών, αύξηση της χρήσης γενοσήμων, συνυπευθυνότητα και προβλεψιμότητα με την πολιτεία όσον αφορά στον μηχανισμό αυτόματων επιστροφών (clawback), ρεαλιστική χρηματοδότηση των νοσοκομείων και αύξηση του συνολικού προϋπολογισμού του φαρμάκου, υλοποίηση μειοδοτικών διαγωνισμών για γενόσημα φάρμακα στα νοσοκομεία, απλούστερη τιμολογιακή πολιτική κοκ», αναφέρει η ανακοίνωση. Προσθέτει, όμως, ότι μέχρι σήμερα η Πολιτεία αδυνατεί να αυξήσει τη διείσδυση των γενοσήμων, εξέλιξη που «θα εξοικονομούσε στο σύστημα σημαντικά κονδύλια, αφήνοντας χώρο στην καινοτομία. Παράλληλα, αδυνατεί «να ελέγξει τη συνταγογράφηση, δηλαδή τη ζήτηση στα χρόνια της κρίσης». Οι συνταγές αυξήθηκαν από 4,5 εκατ. σε 6,5 εκατομμύρια το μήνα, σημειώνουν οι δύο φορείς της φαρμακοβιομηχανίας, υπογραμμίζοντας ότι το κοινό δεν ενημερώνεται να απέχει από την υπερβολική κατανάλωση φαρμάκων, όπως κάνουν αντίστοιχα άλλες χώρες με ενημερωτικές καμπάνιες, ενώ δεν μπορεί να ελέγξει ούτε τις προμήθειες των φαρμακείων των νοσοκομείων. Σύμφωνα με μελέτες που έχουν διεξαχθεί στην Ελλάδα, η αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης οφείλεται κυρίως στην αύξηση της κατανάλωσης των φαρμάκων, η οποία συνοδεύεται από αυξημένη ιδιωτική συμμετοχή που ανέρχεται σε περίπου 25%.
Όπως εξηγούν, η αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης δεν οφείλεται στις τιμές των φαρμάκων, αλλά συνδέονται κυρίως με τη μη ελεγχόμενη κατανάλωση φαρμάκων. Επιπλέον, η τιμολόγηση φαρμάκων είναι αποκλειστική αρμοδιότητα του Κράτους, είναι αυστηρά νομοθετημένη και οι τιμές προκύπτουν από τον μέσο όρο των τριών χαμηλοτέρων τιμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.), των 27 χωρών, ενώ το καλάθι των χωρών το επιλέγει το ίδιο το Κράτος, συγκεκριμένα ο Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων (ΕΟΦ).
Κυρίως, όμως «η ισχύουσα νομοθεσία δεν επιτρέπει αυξήσεις τιμών, εκτός αν πρόκειται για διόρθωση λαθών». Το στρεβλό μοντέλο τιμολόγησης, όπως εξηγούν, έχει στερέψει από εξοικονομήσεις και απλά διαιωνίζει τις στρεβλώσεις, με αποτέλεσμα την απόσυρση 240 καταξιωμένων φαρμάκων από την αγορά τα τελευταία δύο χρόνια. «Το κυριότερο, όμως, είναι πως η στρεβλή προς τα κάτω τιμολόγηση, δημιουργεί σημαντικούς κινδύνους επάρκειας προϊόντων και αύξηση των επανεξαγωγών εισαγόμενων φαρμάκων, με αποτέλεσμα το συχνό φαινόμενο ελλείψεων στα φαρμακεία», σημειώνουν.
Εν τω μεταξύ, «την ώρα που ο Κλάδος επιδιώκει να παρέχει τις βέλτιστες θεραπείες και το σύνολο των καινοτόμων φαρμάκων στους Έλληνες ασθενείς μέσω ενός σύγχρονου συστήματος αποζημίωσης φαρμάκων, ο πρόσφατος νόμος για δημιουργία Επιτροπής Αξιολόγησης Τεχνολογιών Υγείας (ΗΤΑ) δημιουργεί σημαντικά προβλήματα και καθυστερήσεις, αναφορικά με την πρόσβαση των ασθενών σε νέες αλλά και υπάρχουσες θεραπείες».
Όπως σημειώνεται, οι πολιτικές υγείας που ακολουθήθηκαν ως σήμερα για τον εξορθολογισμό των δαπανών εστιάστηκαν ως επί το πλείστον στο φάρμακο, το οποίο αφορά μόνο στο 15% των συνολικών δαπανών υγείας, μην αγγίζοντας το υπόλοιπο 85%. Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη στα χρόνια της οικονομικής κρίσης έχει μειωθεί κατά 62%. Την ώρα που οι ανάγκες των ασθενών, (συμπεριλαμβανομένων των ανασφάλιστων, προσφύγων και μεταναστών), αυξάνονται ραγδαία.
Άλλωστε, όπως έχει παραδεχθεί και η ηγεσία του Υπουργείου Υγείας, η εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα, που έχει οριστεί τα τελευταία 3 χρόνια στα €1,945 δις και η νοσοκομειακή στα €530 εκατ., δεν επαρκεί να καλύψει τις ανάγκες του πληθυσμού. «Αποτελούμε κύριο πυλώνα χρηματοδότησης του συστήματος Υγείας, συνεισφέροντας στο 1/3 της φαρμακευτικής δαπάνης (μόνο για το 2017 επιστρέψαμε πάνω από €1 δις στο δημόσιο), 4 φορές πάνω από τον αντίστοιχο Ευρωπαϊκό μέσο όρο και παράλληλα το υψηλότερο ποσοστό από κάθε άλλο κλάδο της Ελληνικής οικονομίας». Σημειώνεται. Ακόμη, τα μέτρα που ψηφίστηκαν το 2017 για τα νέα φάρμακα, όπως το 25% με αναδρομική μάλιστα ισχύ και το ενοποιημένο rebate, δημιουργούν θέματα βιωσιμότητας για τις εταιρίες του κλάδου και δυσχεραίνουν ιδιαίτερα την πρόσβαση των ασθενών σε νέες, αλλά και υπάρχουσες θεραπείες.
Η φαρμακοβιομηχανία αποτελεί ισχυρή Εθνική φαρμακευτική παραγωγική δύναμη, με περισσότερες από 150 εταιρίες και 28 εργοστάσια, απασχολώντας περισσότερες από 26.000 άμεσες και 86.000 έμμεσες θέσεις εργασίας, με το 64% να είναι πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, όταν στο σύνολο της οικονομίας είναι 22,7%. Είναι η 3η εξαγωγική δύναμη της πατρίδας μας, εξάγοντας σε 141 χώρες, με επίδραση που αγγίζει τα €6 δις συνεισφέροντας κατά 3,5% στο Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) της χώρας. «Σήμερα, η διεξαγωγή κλινικών μελετών στη χώρα μας, παρά τις πολλές γραφειοκρατικές δυσκολίες και τα αντικίνητρα, συνδέεται με την εισροή σημαντικών ιδιωτικών κεφαλαίων από το εξωτερικό που αγγίζουν τα €80 εκατ. ετησίως με τη διεξαγωγή 2.265 κλινικών μελετών (2017). Στόχος μας είναι η χώρα μας να προσελκύσει τις επενδύσεις που δικαιούται σε κλινική έρευνα και να τις τριπλασιάσει σε βάθος τριετίας, φτάνοντας και τα €250 εκ. το χρόνο», αναφέρει η ανακοίνωση.
Έτσι, ΣΦΕΕ και PhRMA υπογραμμίζουν την ανάγκη για ρεαλιστικές παρεμβάσεις, ώστε να βγει η χώρα από τα μνημόνια και την κρίση.
Μεταξύ αυτών είναι:
«Είμαστε σύμμαχοι της Πολιτείας για την ίαση του δημόσιου συστήματος Υγείας και τη διασφάλιση -χωρίς αποκλεισμούς- του αυτονόητου και αναφαίρετου δικαιώματος του ασθενή να κάνει χρήση κάθε σωτήριας, για την υγεία του θεραπείας και να απολαμβάνει τα αγαθά της επιστημονικής εξέλιξης και προόδου, σύμφωνα πάντα με τις υποδείξεις ενός άρτια εκπαιδευμένου θεράποντος ιατρού», αναφέρουν οι δύο φορείς, διευκρινίζοντας, όμως, ότι «η απαίτηση το φάρμακο να θεωρείται κοινωνικό αγαθό δεν αφορά μόνο αυτούς που το διαθέτουν, αλλά και αυτούς που το προμηθεύονται για λογαριασμό των πολιτών αυτής της χώρας».
Υπεύθυνη Σύνταξης στο Virus.com.gr - Αρχισυντάκτρια του περιοδικού Pharma & Health Business
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ