Το φαινόμενο του εκφοβισμού δεν αφορά μόνο τα παιδιά και τις σχολικές εγκαταστάσεις, ανάλογα φαινόμενα σημειώνονται στον χώρο της Υγείας και δη στα νοσοκομεία. Εκφοβισμό, γνωστό και με τον όρο Bullying, έχει υποστεί έστω και μια φορά στη καριέρα του το 53% περίπου των γιατρών και νοσηλευτών είτε από συναδέλφους είτε από γονείς.
Η έρευνα διεξήχθη με επικεφαλής τον δρ. Ηλία Χατζηιωαννίδη της Δεύτερης Μονάδας Εντατικής Νοσηλείας Νεογνών της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Νοσοκομείου Παπαγεωργίου και δημοσιεύθηκε στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «BMJ Open». Στην έρευνα συμμετείχαν οι Γιώργος Μητσιάκος, Παναγιώτα Χατζηβαλσαμά, Φώτης Βούζας και Φραντσέσκα Μπασκιάλα.
Ειδικότερα, η εν λόγω έρευνα πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 389 εργαζομένων, το 60% ήταν νοσηλευτές και το 40% γιατροί, μέσης ηλικίας 43 ετών, εργαζόμενοι σε 17 ελληνικά νοσοκομεία.
Στόχος των ερευνητών ήταν να αποτυπώσουν το μέγεθος του εκφοβισμού στον χώρο της υγείας και συγκεκριμένα στις μονάδες εντατικής νοσηλείας νεογνών.
Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι τα θύματα είναι κυρίως γυναίκες, νέοι και άπειροι γιατροί καθώς και νοσηλευτές.
Σε ότι αφορά στους θύτες είναι κυρίως γυναίκες ηλικίας 45 έως 54 ετών και άνδρες 45-64 ετών, συνήθως σε θέση προϊσταμένου ή ανώτερου στην ιεραρχία (το 40% των θυτών), ομότιμου συναδέλφου (26%), διευθυντή (22%) ή γονείς νεογνού (8%).
Αξιοσημείωτο είναι ότι η πλειοψηφία των θυμάτων δήλωσε ότι εκφοβίστηκε από άνδρες και γυναίκες (52%) σε σχέση με μεμονωμένα φύλα (10% από άνδρες και 38% από γυναίκες).
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι για τους συμμετέχοντες στην έρευνα ήταν πιο εύκολο να περιγράψουν ένα περιστατικό ως μάρτυρες, παρά να αναφερθούν σε προσωπικές εμπειρίες.
Σε γενικές γραμμές, το 34% των ερωτηθέντων γιατρών παραδέχθηκε ότι έχει πέσει θύμα, ενώ από τους νοσηλευτές μόλις το 23%.
Η μεγάλη πλειοψηφία, το 83% των συμμετεχόντων στην έρευνα ανέφεραν ότι υπήρξαν μάρτυρες κάποιου περιστατικού σε βάρος συναδέλφου κατά το τελευταίο εξάμηνο.
Άξιο λόγου είναι ότι ούτε καν ο ένας στους τέσσερις (19%) κατήγγειλε το περιστατικό εκφοβισμού στη διεύθυνση ή στο σωματείο εργαζομένων του νοσοκομείου, ενώ μόλις το 10% κινήθηκε νομικά. Αρκετοί είναι και αυτοί που αρνούνται τις βλαπτικές συνέπειες του εκφοβισμού, παρά το γεγονός ότι οι ειδικοί κάνουν λόγω για επίπτωση και στην ψυχική υγεία αλλά και για αντίκτυπο στην εργασία τους.
Συχνά, οι εργαζόμενοι μετά από τέτοια περιστατικά εκδηλώνουν ψυχοσωματικά προβλήματα, άγχος, κατάθλιψη, χαμηλή αυτοπεποίθηση, έλλειψη ικανοποίησης από τη δουλειά και τη ζωή τους και αίσθηση εξάντλησης, μυοσκελετικά προβλήματα, αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο, αυτοκτονικές τάσεις, χρήση ναρκωτικών και αλκοόλ.
Σε κάποιες περιπτώσεις διαπιστώνεται και γ αύξηση απουσιών από την εργασία, προβλήματα εξέλιξης στην καριέρα, μικρότερη απόδοση στα ιατρικά και νοσηλευτικά καθήκοντα.
Σε ότι αφορά την ποιότητα της παραγωγικότητά τους οι ειδικοί εκτιμούν ότι ένας εκφοβισμός μπορεί να οδηγήσει σε λάθη σε συνδυασμό με συνθήκες έντονου στρες, υπερβολικού φόρτου εργασίας εσωτερικούς ανταγωνισμούς και δύσκολες αποφάσεις ζωής ή θανάτου.
πηγή : facebook.com/Νοσοκομείο-Παπαγεωργίου, dikaiologitika.gr
Το virus.com.gr σας φέρνει καθημερινά τις πιο έγκυρες ειδησεις από τον χώρο της πολιτικής υγείας και φαρμάκου
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ