Συχνά λέμε: Δεν είναι πόσο χρονών είσαι, αλλά πόσο αισθάνεσαι. Νέα έρευνα δείχνει ότι η “βιολογική ηλικία” είναι καλύτερος προγνωστικός παράγοντας επιβίωσης από το πόσο χρονών πραγματικά είστε.
Αυτό έδειξε μελέτη, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο European Journal of Preventive Cardiology, που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Καρδιολογίας (ESC). «Η ηλικία είναι ένας σημαντικός παράγοντας κινδύνου για το θάνατο. Όσο μεγαλύτερης ηλικίας είστε, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος θανάτου», δήλωσε ο κύριος συντάκτης της μελέτης Δρ. Serge Harb, από τη φημισμένη Cleveland Clinic στις ΗΠΑ. «Διαπιστώσαμε όμως ότι η «βιολογική» υγεία είναι ακόμη καλύτερος προγνωστικός παράγοντας. Εάν θέλετε να ζήσετε περισσότερο, τότε ασκηθείτε περισσότερο. Θα σας διατηρήσει πιο νέους, θα βελτιώσει την υγεία σας και τη διάρκεια ζωής σας».
Οι ερευνητές ανέπτυξαν έναν αλγόριθμο με βάση τα αποτελέσματα του τεστ κοπώσεως, για να υπολογίσουν την «βιολογική ηλικία» – που ονόμασαν A-BEST (Age Based on Exercise Stress Testing). Η εξίσωση χρησιμοποιεί την ικανότητα άσκησης, τον τρόπο αντίδρασης της καρδιάς στην άσκηση (χρονοτροπική ικανότητα) και τον τρόπο με τον οποίο ο καρδιακός ρυθμός αποκαθίσταται μετά την άσκηση.
«Η γνώση της βιολογικής σας ηλικίας είναι καλό κίνητρο για να αυξήσετε την άσκηση, η οποία θα μπορούσε να μεταφραστεί σε βελτιωμένη επιβίωση», δήλωσε ο Δρ Harb. «Το να πεις σε έναν 45χρονο ότι η βιολογική του ηλικία είναι 55 ετών να είναι μια αφύπνιση ότι χάνει χρόνια ζωής με το να μην ασκούνται. Από την άλλη πλευρά, ένας 65χρονος με Α-BEST των 50 ετών είναι πιθανό να ζήσει περισσότερο από τους συνομηλίκους του».
Η μελέτη περιλάμβανε 126.356 ασθενείς, που παραπέμφθηκαν στην κλινική Cleveland μεταξύ των ετών 1991 και 2015 για να κάνουν τεστ κοπώσεως, μια κοινή εξέταση για τη διάγνωση καρδιακών προβλημάτων. Περιλαμβάνει το περπάτημα σε ένα διάδρομο, το οποίο γίνεται σταδιακά πιο δύσκολο. Κατά τη διάρκεια της δοκιμασίας, η ικανότητα άσκησης, η ανταπόκριση του καρδιακού ρυθμού στην άσκηση και η αποκατάσταση της καρδιακής συχνότητας μετριούνται με τον συνήθη τρόπο. Τα δεδομένα αυτά χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό του A-BEST, λαμβάνοντας υπόψη το φύλο και τη χρήση φαρμάκων, που επηρεάζουν τον καρδιακό ρυθμό.
Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων στη μελέτη ήταν 53,5 έτη και το 59% ήταν άνδρες. Περισσότεροι από τους μισούς ασθενείς ηλικίας 50-60 ετών – 55% των ανδρών και 57% των γυναικών – ήταν βιολογικά νεότεροι σύμφωνα με το A-BEST. Μετά από μια μέση παρακολούθηση 8,7 ετών, 9.929 (8%) συμμετέχοντες είχαν πεθάνει.
Οι ασθενείς που πέθαναν ήταν 10 χρόνια μεγαλύτεροι από αυτούς που επιβίωσαν. Αλλά το A-BEST ήταν σημαντικά καλύτερος προγνωστικός παράγοντας για την επιβίωση σε σύγκριση με τη ηλικία, ακόμη και μετά την προσαρμογή για το φύλο, το κάπνισμα, το δείκτη μάζας σώματος, τη χρήση στατίνης, το διαβήτη, την υπέρταση, τη στεφανιαία νόσο και την νεφρική νόσο τελικού σταδίου. Αυτό ισχύει για το σύνολο των ατόμων, αλλά και για τους άνδρες και τις γυναίκες, όταν αναλύθηκαν χωριστά.
Δευθυντής Σύνταξης, virus.com.gr & Pharma Health Business magazine
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Δ